- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ποίημα?

3군 변화 명사; 중성 자동번역 로마알파벳 전사: poiēma 고전 발음: [에:마] 신약 발음: [쀠에마]

기본형: ποίημα ποιήματος

형태분석: ποιηματ (어간)

어원: ποιέω

  1. 일, 창조, 작업
  2. 시, 노래
  3. 소송, 행동, 행사
  1. a work, creation
  2. a poem
  3. a deed, action

곡용 정보

3군 변화
단수 쌍수 복수
주격 ποίημα

일이

ποιήματε

일들이

ποιήματα

일들이

속격 ποιήματος

일의

ποιημάτοιν

일들의

ποιημάτων

일들의

여격 ποιήματι

일에게

ποιημάτοιν

일들에게

ποιήμασι(ν)

일들에게

대격 ποίημα

일을

ποιήματε

일들을

ποιήματα

일들을

호격 ποίημα

일아

ποιήματε

일들아

ποιήματα

일들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • νὴ Δία, τῶν Πραξιτέλους ποιημάτων τὸ κάλλιστον. (Lucian, Imagines, (no name) 4:4)

    (루키아노스, Imagines, (no name) 4:4)

  • καίτοι τῆς μὲν ψυχῆς προεῖπον τὰ πλεῖστα μνημονικόν τε γάρ εἶναι ^ καὶ εὐφυᾶ καὶ συνετὸν καὶ ὀξὺν ἐπινοῆσαι καὶ καιροῦ μάλιστα ἐστοχάσθαι φημὶ δεῖν αὐτόν, ἔτι δὲ κριτικόν τε ποιημάτων καὶ ᾀσμάτων καὶ μελῶν τῶν ἀρίστων διαγνωστικὸν καὶ τῶν κακῶς πεποιημένων ἐλεγκτικόν . (Lucian, De saltatione, (no name) 74:2)

    (루키아노스, De saltatione, (no name) 74:2)

  • ἔτι ἀγνοεῖν ἐοίκασιν οἱ τοιοῦτοι ὡς ποιητικῆς μὲν καὶ ποιημάτων ἄλλαι ὑποσχέσεις καὶ κανόνες ἴδιοι, ἱστορίας δὲ ἄλλοι: (Lucian, Quomodo historia conscribenda sit, chapter 81)

    (루키아노스, Quomodo historia conscribenda sit, chapter 81)

  • φησὶ δὲ καὶ ὅτι ὁ Χάρμος εἰς ἕκαστον τῶν παρατιθεμένων ἔχων τι πρόχειρον, ὡς προείρηται, ἐδόκει τοῖς Μεσσηνίοις πεπαιδευμένος εἶναι ὡς καὶ Καλλιφάνης ὁ τοῦ Παραβρύκοντος κληθεὶς ἀρχὰς ποιημάτων πολλῶν καὶ λόγων ἐκγραψάμενος ἀνειλήφει μέχρι τριῶν καὶ τεσσάρων στίχων, πολυμαθείας δόξαν προσποιούμενος. (Athenaeus, The Deipnosophists, book 1, chapter 6 1:5)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, book 1, chapter 6 1:5)

  • φασὶ δὲ καὶ ὅτι οἱ ἀρχαῖοι ποιηταί, Θέσπις, Πρατίνας, Κρατῖνος, Φρύνιχος ὀρχησταὶ ἐκαλοῦντο διὰ τὸ μὴ μόνον τὰ ἑαυτῶν δράματα ἀναφέρειν εἰς ὄρχησιν τοῦ χοροῦ, ἀλλὰ καὶ ἔξω τῶν ἰδίων ποιημάτων διδάσκειν τοὺς βουλομένους ὀρχεῖσθαι Μεθύων. (Athenaeus, The Deipnosophists, book 1, chapter 39 3:1)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, book 1, chapter 39 3:1)

유의어

  1. 소송

관련어

명사

형용사

유사 형태

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION