헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

πλησιόχωρος

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: πλησιόχωρος πλησιόχωρον

형태분석: πλησιοχωρ (어간) + ος (어미)

  1. near a country, bordering upon, persons who live in the next country, next neighbours

곡용 정보

1/2군 변화
남/여성 중성
단수주격 πλησιόχωρος

(이)가

πλησιόχωρον

(것)가

속격 πλησιοχώρου

(이)의

πλησιοχώρου

(것)의

여격 πλησιοχώρῳ

(이)에게

πλησιοχώρῳ

(것)에게

대격 πλησιόχωρον

(이)를

πλησιόχωρον

(것)를

호격 πλησιόχωρε

(이)야

πλησιόχωρον

(것)야

쌍수주/대/호 πλησιοχώρω

(이)들이

πλησιοχώρω

(것)들이

속/여 πλησιοχώροιν

(이)들의

πλησιοχώροιν

(것)들의

복수주격 πλησιόχωροι

(이)들이

πλησιόχωρα

(것)들이

속격 πλησιοχώρων

(이)들의

πλησιοχώρων

(것)들의

여격 πλησιοχώροις

(이)들에게

πλησιοχώροις

(것)들에게

대격 πλησιοχώρους

(이)들을

πλησιόχωρα

(것)들을

호격 πλησιόχωροι

(이)들아

πλησιόχωρα

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • Ταρκύνιοσ δ’ ὁ βασιλεύσ, οὗτοσ γὰρ ἔτι λοιπὸσ ἐκ τοῦ γένουσ ἦν, ὁμοῦ τι γεγονὼσ ἐνενηκονταέτησ κατὰ τὸν χρόνον τοῦτον, ἀπολωλεκὼσ τὰ τέκνα καὶ τὸν τῶν κηδεστῶν οἶκον καὶ γῆρασ ἐλεεινὸν καὶ παρ’ ἐχθροῖσ διαντλῶν, οὔτε Λατίνων ὑποδεχομένων αὐτὸν ἔτι ταῖσ πόλεσιν, οὔτε Τυρρηνῶν οὔτε Σαβίνων οὔτ’ ἄλλησ πλησιοχώρου πόλεωσ ἐλευθέρασ οὐδεμιᾶσ, εἰσ τὴν Καμπανίδα Κύμην ᾤχετο πρὸσ Ἀριστόδημον τὸν ἐπικληθέντα Μαλακὸν τυραννοῦντα τότε Κυμαίων· (Dionysius of Halicarnassus, Antiquitates Romanae, Books IV-VI, book 6, chapter 21 5:1)

    (디오니시오스, Antiquitates Romanae, Books IV-VI, book 6, chapter 21 5:1)

  • εἰ γάρ τισ ἄλλη, καὶ ἡ Λαοδίκεια εὔσειστοσ, καὶ τῆσ πλησιοχώρου δὲ Κάρουρα. (Strabo, Geography, Book 12, chapter 8 26:7)

    (스트라본, 지리학, Book 12, chapter 8 26:7)

  • ἔτι δ’ ὑπὲρ τούτων ὡσ πρὸσ μεσημβρίαν οἱ κυναμολγοί, ὑπὸ δὲ τῶν ἐντοπίων ἄγριοι καλούμενοι, κατάκομοι, καταπώγωνεσ, κύνασ ἐκτρέφοντεσ εὐμεγέθεισ, οἷσ θηρεύουσι τοὺσ ἐπερχομένουσ ἐκ τῆσ πλησιοχώρου βόασ Ἰνδικούσ, εἴθ’ ὑπὸ θηρίων ἐξελαυνομένουσ εἴτε σπάνει νομῆσ· (Strabo, Geography, book 16, chapter 4 20:1)

    (스트라본, 지리학, book 16, chapter 4 20:1)

유의어

  1. near a country

관련어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION