- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

πῆγμα?

3군 변화 명사; 중성 자동번역 로마알파벳 전사: pēgma 고전 발음: [뻬:] 신약 발음: []

기본형: πῆγμα

형태분석: πηγματ (어간)

어원: πήγνυμι

  1. 규모, 틀
  2. 원통형의 서고, 책장
  3. 직물, 옷감
  1. anything fastened or joined together, a framework, of a ship
  2. of a roof
  3. a stage or scaffold used in theatres
  4. a bookcase
  5. metaphorically:, a bond in honour bound
  6. fabric

곡용 정보

3군 변화
단수 쌍수 복수
주격 πῆγμα

규모가

πήγματε

규모들이

πήγματα

규모들이

속격 πήγματος

규모의

πηγμάτοιν

규모들의

πηγμάτων

규모들의

여격 πήγματι

규모에게

πηγμάτοιν

규모들에게

πήγμασι(ν)

규모들에게

대격 πῆγμα

규모를

πήγματε

규모들을

πήγματα

규모들을

호격 πῆγμα

규모야

πήγματε

규모들아

πήγματα

규모들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἐπὶ πήγματος γάρ τινος ὑψηλοῦ τεθεὶς ὡς ἂν ἐπὶ τῆς Αἴτνης, διαλυθέντος αἰφνιδίως καὶ συμπεσόντος κατηνέχθη καὶ αὐτὸς εἰς γαλεάγρας θηρίων εὐδιαλύτους ἐπίτηδες παρεσκευασμένας ὑπὸ τῷ πήγματι. (Strabo, Geography, Book 6, chapter 2 12:12)

    (스트라본, 지리학, Book 6, chapter 2 12:12)

  • γενομένης τε δεξαμενῆς καὶ πήγματός τινος ὑπὲρ μιᾶς τῶν πλευρῶν, ὥστε τοῖς θηρίοις ἐκβᾶσι τοῦ ὕδατος ἡλιαστήριον εἶναι, ἐκεῖνοι ἦσαν οἱ τοτὲ μὲν ἐξέλκοντες δικτύῳ πρὸς τὸ ἡλιαστήριον, ὡς καὶ ὑπὸ τῶν θεατῶν ὁραθῆναι, ἐμβαίνοντες ἅμα εἰς τὸ ὕδωρ, τοτὲ δὲ πάλιν εἰς τὴν δεξαμενὴν κατασπῶντες. (Strabo, Geography, book 17, chapter 1 87:9)

    (스트라본, 지리학, book 17, chapter 1 87:9)

유의어

  1. of a roof

  2. 원통형의 서고

  3. 직물

관련어

명사

형용사

동사

부사

유사 형태

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION