- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

παιδευτής?

1군 변화 명사; 남성 자동번역 로마알파벳 전사: paideutēs 고전 발음: [떼:] 신약 발음: [빼데]

기본형: παιδευτής παιδευτοῦ

형태분석: παιδευτ (어간) + ης (어미)

어원: παιδεύω

  1. 선생, 교원, 교사, 스승
  1. a teacher, instructor, preceptor
  2. a corrector, chastiser

곡용 정보

1군 변화
단수 쌍수 복수
주격 παιδευτής

선생이

παιδευτά

선생들이

παιδευταί

선생들이

속격 παιδευτοῦ

선생의

παιδευταῖν

선생들의

παιδευτῶν

선생들의

여격 παιδευτῇ

선생에게

παιδευταῖν

선생들에게

παιδευταῖς

선생들에게

대격 παιδευτήν

선생을

παιδευτά

선생들을

παιδευτάς

선생들을

호격 παιδευτά

선생아

παιδευτά

선생들아

παιδευταί

선생들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • εἰ μή τις ἄρα Πυθαγόραν ἕτερον ὑποθήσεται πρὸ τοῦ Σαμίου γεγομέναι παιδευτὴν σοφίας, ᾧ συνδιέτριψεν ὁ Νόμας. (Dionysius of Halicarnassus, Antiquitates Romanae, book 2, chapter 59 7:1)

    (디오니시오스, Antiquitates Romanae, book 2, chapter 59 7:1)

  • καὶ τοιαύτην διάνοιαν ἔχων διανοεῖται παιδευτὴν εἶναι ἀρετήν: (Plato, Euthydemus, Protagoras, Gorgias, Meno, 125:2)

    (플라톤, Euthydemus, Protagoras, Gorgias, Meno, 125:2)

  • καὶ τοῦτον ἔδει τὸν ἀγῶνα ἀγωνίζεσθαι τὸν διδάσκαλον ὑμῶν καὶ παιδευτήν, εἴ τις ἄρα ἦν: (Epictetus, Works, book 1, 12:1)

    (에픽테토스, Works, book 1, 12:1)

  • ἄρχοντα ἢ ἰδιώτην, βουλευτὴν ἢ δημότην, στρατιώτην ἢ στρατηγόν, παιδευτὴν ἢ οἰκοδεσπότην· (Epictetus, Works, book 3, 99:2)

    (에픽테토스, Works, book 3, 99:2)

  • τούτων δὴ πέρι τοὺς ἐξηγητάς, τοὺς διδασκάλους, τοὺς νομοθέτας, τῶν ἄλλων τοὺς φύλακας, τῷ δεομένῳ γνῶναί τε καὶ εἰδέναι, ἢ τῷ δεομένῳ κολάζεσθαί τε καὶ ἐπιπλῆξαι ἁμαρτάνοντι, πότερον οὐ διδάσκοντα ἣν δύναμιν ἔχει κακία τε καὶ ἀρετὴ καὶ πάντως δηλοῦντα, διαφέρειν τῶν ἄλλων, ἀλλ ἢ ποιητήν τινα ἐλθόντα εἰς τὴν πόλιν ἢ παιδευτὴν νέων φάσκοντ εἶναι βελτίω φαίνεσθαι τοῦ πᾶσαν ἀρετὴν νενικηκότος· (Plato, Laws, book 12 159:2)

    (플라톤, Laws, book 12 159:2)

유의어

  1. 선생

  2. a corrector

관련어

명사

형용사

동사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION