- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ὀξύτης?

3군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: oxytēs 고전 발음: [옥쉬떼:] 신약 발음: [옥쉬떼]

기본형: ὀξύτης ὀξύτητος

형태분석: ὀξυτητ (어간) + ς (어미)

어원: ὀξύς

  1. 얼얼하게 매운 것
  2. 강력, 얼얼하게 매운 것
  3. 얼얼하게 매운 것
  1. (of angles) sharpness, pointedness
  2. (of senses) sharpness, (of sound) highness, intensity
  3. (of taste, plural) pungency, acidity
  4. (of sight) acuity

곡용 정보

3군 변화
단수 쌍수 복수
주격 ὀξύτης

얼얼하게 매운 것이

ὀξύτητε

얼얼하게 매운 것들이

ὀξύτητες

얼얼하게 매운 것들이

속격 ὀξύτητος

얼얼하게 매운 것의

ὀξυτήτοιν

얼얼하게 매운 것들의

ὀξυτήτων

얼얼하게 매운 것들의

여격 ὀξύτητι

얼얼하게 매운 것에게

ὀξυτήτοιν

얼얼하게 매운 것들에게

ὀξύτησι(ν)

얼얼하게 매운 것들에게

대격 ὀξύτητα

얼얼하게 매운 것을

ὀξύτητε

얼얼하게 매운 것들을

ὀξύτητας

얼얼하게 매운 것들을

호격 ὀξύτη

얼얼하게 매운 것아

ὀξύτητε

얼얼하게 매운 것들아

ὀξύτητες

얼얼하게 매운 것들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἐκ Δὰν ἀκουσόμεθα φωνὴν ὀξύτητος ἵππων αὐτοῦ, ἀπὸ φωνῆς χρεμετισμοῦ ἱππασίας ἵππων αὐτοῦ ἐσείσθη πᾶσα ἡ γῆ. καὶ ἥξει καὶ καταφάγεται τὴν γῆν καὶ τὸ πλήρωμα αὐτῆς, πόλιν καὶ τοὺς κατοικοῦντας ἐν αὐτῇ. (Septuagint, Liber Ieremiae 8:14)

    (70인역 성경, 예레미야서 8:14)

  • τούτων δὲ πάντων ἀρχιτέκτων καὶ δημιουργός ἐστιν ὁ νοῦς, ᾧ δεῖ καθηγεμόνι χρωμένους μὴ πάντα ζητεῖν πρὸς τὰς ἰδίας ὀξύτητας, ἀλλὰ πρὸς τὰς τῶν πραγμάτων φύσεις καὶ μεταπτώσεις. (Demades, On the Twelve Years, 42:2)

    (데마데스, On the Twelve Years, 42:2)

  • τὴν δὲ ἐκ τῆς Μιλήτου ἐκείνην Ἀσπασίαν, ᾗ καὶ ὁ Ὀλύμπιος θαυμασιώτατος αὐτὸς συνῆν, οὐ φαῦλον συνέσεως παράδειγμα προθέμενοι, ὁπόσον ἐμπειρίας πραγμάτων καὶ ὀξύτητος εἰς τὰ πολιτικὰ καὶ ἀγχινοίας καὶ δριμύτητος ἐκείνῃ προσῆν, τοῦτο πᾶν ἐπὶ τὴν ἡμετέραν εἰκόνα μεταγάγωμεν ἀκριβεῖ τῇ στάθμῃ: (Lucian, Imagines, (no name) 17:4)

    (루키아노스, Imagines, (no name) 17:4)

  • δοκεῖ γάρ μοι ὁ παλαιὸς μῦθος καὶ Πρωτέα τὸν Αἰγύπτιον οὐκ ἄλλο τι ἢ ὀρχηστήν τινα γενέσθαι λέγειν, μιμητικὸν ἄνθρωπον καὶ πρὸς πάντα σχηματίζεσθαι καὶ μεταβάλλεσθαι δυνάμενον, ὡς καὶ ὕδατος ὑγρότητα μιμεῖσθαι καὶ πυρὸς ὀξύτητα ἐν τῇ τῆς κινήσεως σφοδρότητι καὶ λέοντος ἀγριότητα καὶ παρδάλεως θυμὸν καὶ δένδρου δόνημα, καὶ ὅλως ὅ τι καὶ θελήσειεν. (Lucian, De saltatione, (no name) 19:2)

    (루키아노스, De saltatione, (no name) 19:2)

  • καὶ θυρεοὺς δὲ φέρουσιν, οὐχ οὕσπερ ἐς τὰς μάχας, ἀλλὰ τῷ βάρει κουφοτέρους, ἅτε ἐπ᾿ ὀξύτητι καὶ κάλλει τὰς μελέτας ποιούμενοι, καὶ ἐς ἡδονὴν πεποικιλμένους: (Arrian, chapter 34 7:1)

    (아리아노스, chapter 34 7:1)

  • γὰρ ἐοίκε τὸ ἀνθρώπου σῶμα τῶν ὑ ἐπὶ σαρκοφαγίᾳ γεγονότων, οὐ γρυπότης χείλους, οὐκ ὀξύτης· (Plutarch, De esu carnium I, chapter, section 5 1:1)

    (플루타르코스, De esu carnium I, chapter, section 5 1:1)

  • θυμὸς γὰρ ἢ πάθος ἢ ὀργὴ ἢ ὀξύτης καὶ τὰ ἄλλα ὅσα κεκίνηται, ἀξιώματος ἢ τραχύτητός ἐστι, παθῶν δὲ μεταβολῆς καὶ προτροπῆς, ὁποίας ὁ Δημοσθένης ἐστὶ γνώμης: (Aristides, Aelius, Ars Rhetorica, , 2:3)

    (아리스티데스, 아일리오스, Ars Rhetorica, , 2:3)

  • ὀξύτης τοῦ σιδήρου: (Unknown, Elegy and Iambus, Volume II, , 109)

    (작자 미상, 비가, , 109)

  • ἡ δ ἀγχίνοια οὐχὶ ὀξύτης τίς ἐστιν τῆς ψυχῆς ἀλλ οὐχὶ ἡσυχία· (Plato, Alcibiades 1, Alcibiades 2, Hipparchus, Lovers, Theages, Charmides, Laches, Lysis, 121:1)

    (플라톤, Alcibiades 1, Alcibiades 2, Hipparchus, Lovers, Theages, Charmides, Laches, Lysis, 121:1)

  • οὐ γὰρ εἶναι καιρὸν ἐν συμφοραῖς σεμνολογίας, "ἀλλ ἐς σωφρόνισμα ὑμῖν, ὦ Ῥωμαῖοι, καὶ μετριοπάθειαν ἡ τῆς ἡμετέρας μεταβολῆς ὀξύτης ἔστω. (Appian, The Foreign Wars, chapter 11 5:6)

    (아피아노스, The Foreign Wars, chapter 11 5:6)

관련어

명사

형용사

동사

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION