헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ὄβριμος

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ὄβριμος ὄβριμον

형태분석: ὀβριμ (어간) + ος (어미)

어원: From bri-, briaro/s, with o prefixed.

  1. 강한, 강력한, 힘센, 진한
  1. strong, mighty, mightily

곡용 정보

1/2군 변화
남/여성 중성
단수주격 ό̓βριμος

강한 (이)가

ό̓βριμον

강한 (것)가

속격 ὀβρίμου

강한 (이)의

ὀβρίμου

강한 (것)의

여격 ὀβρίμῳ

강한 (이)에게

ὀβρίμῳ

강한 (것)에게

대격 ό̓βριμον

강한 (이)를

ό̓βριμον

강한 (것)를

호격 ό̓βριμε

강한 (이)야

ό̓βριμον

강한 (것)야

쌍수주/대/호 ὀβρίμω

강한 (이)들이

ὀβρίμω

강한 (것)들이

속/여 ὀβρίμοιν

강한 (이)들의

ὀβρίμοιν

강한 (것)들의

복수주격 ό̓βριμοι

강한 (이)들이

ό̓βριμα

강한 (것)들이

속격 ὀβρίμων

강한 (이)들의

ὀβρίμων

강한 (것)들의

여격 ὀβρίμοις

강한 (이)들에게

ὀβρίμοις

강한 (것)들에게

대격 ὀβρίμους

강한 (이)들을

ό̓βριμα

강한 (것)들을

호격 ό̓βριμοι

강한 (이)들아

ό̓βριμα

강한 (것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • εἵλετο δ’ ὄβριμον ἔγχοσ, ἀκαχμένον αἴθοπι χαλκῷ, κρατὶ δ’ ἔπ’ ἰφθίμῳ κυνέην ἐύτυκτον ἔθηκε, δαιδαλέην ἀδάμαντοσ, ἐπὶ κροτάφοισ ἀραρυῖαν, ἥτ’ εἴρυτο κάρη Ἡρακλῆοσ θείοιο. (Hesiod, Shield of Heracles, Book Sh. 11:7)

    (헤시오도스, 헤라클레스의 방패, Book Sh. 11:7)

  • αὐτὰρ ἐπεὶ καὶ τοῦτο γένοσ κατὰ γαῖ’ ἐκάλυψε, ‐ τοὶ μὲν ὑποχθόνιοι μάκαρεσ θνητοῖσ καλέονται, δεύτεροι, ἀλλ’ ἔμπησ τιμὴ καὶ τοῖσιν ὀπηδεῖ ‐ , Ζεὺσ δὲ πατὴρ τρίτον ἄλλο γένοσ μερόπων ἀνθρώπων χάλκειον ποίησ’, οὐκ ἀργυρέῳ οὐδὲν ὁμοῖον, ἐκ μελιᾶν, δεινόν τε καὶ ὄβριμον· (Hesiod, Works and Days, Book WD 19:1)

    (헤시오도스, 일과 날, Book WD 19:1)

  • εἰ δέ σε ναυτιλίησ δυσπεμφέλου ἵμεροσ αἱρεῖ, εὖτ’ ἂν Πληιάδεσ σθένοσ ὄβριμον Ωἀρίωνοσ φεύγουσαι πίπτωσιν ἐσ ἠεροειδέα πόντον, δὴ τότε παντοίων ἀνέμων θυίουσιν ἀῆται· (Hesiod, Works and Days, Book WD 69:1)

    (헤시오도스, 일과 날, Book WD 69:1)

  • σκληρὸν δ’ ἐβρόντησε καὶ ὄβριμον, ἀμφὶ δὲ γαῖα σμερδαλέον κονάβησε καὶ οὐρανὸσ εὐρὺσ ὕπερθε πόντοσ τ’ Ὠκεανοῦ τε ῥοαὶ καὶ Τάρταρα γαίησ. (Hesiod, Theogony, Book Th. 78:8)

    (헤시오도스, 신들의 계보, Book Th. 78:8)

  • κεραυνὸν ἀμφίπυρον ὄβριμον ἐν Διὸσ ἑκηβόλοισι χερσίν; (Euripides, Ion, choral, strophe 26)

    (에우리피데스, Ion, choral, strophe 26)

유의어

  1. 강한

관련어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION