- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

νοῦς?

2군 변화 명사; 남성 이형 로마알파벳 전사: nous 고전 발음: [누:] 신약 발음: []

기본형: νοῦς νοῦ

형태분석: νο (어간) + ος (어미)

  1. νοος
  1. contracted form of νόος ‎(nóos)

곡용 정보

2군 변화
단수 쌍수 복수
주격 νοῦς

[[noos]]가

νῶ

[[noos]]들이

νοί

[[noos]]들이

속격 νοῦ

[[noos]]의

νοῖν

[[noos]]들의

νῶν

[[noos]]들의

여격 νῷ

[[noos]]에게

νοῖν

[[noos]]들에게

νοῖς

[[noos]]들에게

대격 νοῦν

[[noos]]를

νῶ

[[noos]]들을

νοῦς

[[noos]]들을

호격 νοῦ

[[noos]]야

νῶ

[[noos]]들아

νοί

[[noos]]들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • πολλὰ γὰρ πρὸ τούτου γενέσθαι δεῖ, καὶ προοδοποιῆσαι τῇ πόσει καὶ προπαρασκευάσαι ῥᾴδιον ἐς ἰάσιν τὸ σῶμα καὶ τῆς ἁπάσης ἕξεως φροντίσαι κενοῦντα καὶ ἰσχναίνοντα καὶ οἷς χρὴ τρέφοντα καὶ κινοῦντα ἐς ὅσον χρήσιμον καὶ ὕπνους ἐπινοοῦντα καὶ ἠρεμίας μηχανώμενον, ἅπερ οἱ μὲν ἄλλο τι νοσοῦντες ῥᾳδίως πεισθεῖεν ἄν, οἱ μεμηνότες δὲ διὰ τὴν ἐλευθερίαν τοῦ νοῦ δυσάγωγοι καὶ δυσηνιόχητοι καὶ τῷ ἰατρῷ ἐπισφαλεῖς καὶ τῇ θεραπείᾳ δυσκαταγώνιστοι. (Lucian, Abdicatus, (no name) 17:2)

    (루키아노스, Abdicatus, (no name) 17:2)

  • ἐπεὶ γὰρ καὶ αὐτὸς ὅμοιά σοι κατηγόρει τῆς ὀρχηστικῆς, λέγων τοῦ αὐλοῦ καὶ τῶν συρίγγων καὶ τῶν κτύπων πάρεργόν τι τὸν ὀρχηστὴν εἶναι, μηδὲν αὐτὸν πρὸς τὸ δρᾶμα συντελοῦντα, κινούμενον δὲ ἄλογον ἄλλως κίνησιν καὶ μάταιον, οὐδενὸς αὐτῇ νοῦ προσόντος, τῶν δὲ ἀνθρώπων τοῖς περὶ τὸ πρᾶγμα γοητευομένων,^: (Lucian, De saltatione, (no name) 63:2)

    (루키아노스, De saltatione, (no name) 63:2)

  • νεότης μ ἐπῆρε καὶ θράσος τοῦ νοῦ πλέον. (Lucian, Necyomantia, (no name) 1:14)

    (루키아노스, Necyomantia, (no name) 1:14)

  • οὐκοῦν τοῦτο μόνον χάριεν τοῖς ἐμοῖς ἔνεστιν, ὅτι μὴ συνήθη μηδὲ κατὰ τὸ κοινὸν βαδίζει τοῖς ἄλλοις, ὀνομάτων δὲ ἄρα καλῶν ἐν αὐτοῖς καὶ πρὸς τὸν ἀρχαῖον κανόνα συγκειμένων ἢ νοῦ ὀξέος ἢ περινοίας τινὸς ἢ χάριτος Ἀττικῆς ἢ ἁρμονίας ἢ τέχνης τῆς ἐφ᾿ ἅπασι, τούτων δὲ πόρρω ἴσως τοὐμόν: (Lucian, Zeuxis 3:2)

    (루키아노스, Zeuxis 3:2)

  • οὐ γὰρ μοχλῶν δεῖ μᾶλλον ἢ νοῦ καὶ φρενῶν. (Aristophanes, Lysistrata, Episode27)

    (아리스토파네스, Lysistrata, Episode27)

  • [νου ἁμετ[έραν ἀ; (Bacchylides, , epinicians, ode 1 4:4)

    (바킬리데스, , epinicians, ode 1 4:4)

  • καὶ μάν π]οτ ἐρειψιπύλαν παῖδ ἀνίκ]ατον λέγουσιν δῦναι Διὸς] ἀργικεραύ- νου δώματα Φερσεφόνας τανισφύρου, καρχαρόδοντα κύν ἄ- ξοντ ἐς φάος ἐξ Αἴ¨δα, υἱὸν ἀπλάτοι Ἐχίδνας: (Bacchylides, , epinicians, ode 5 5:1)

    (바킬리데스, , epinicians, ode 5 5:1)

관련어

명사

형용사

파생어

유사 형태

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION