- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

νόσημα?

3군 변화 명사; 중성 자동번역 로마알파벳 전사: nosēma 고전 발음: [노세:마] 신약 발음: [노세마]

기본형: νόσημα νοσήματος

형태분석: νοσηματ (어간)

어원: νοσέω

  1. 질병, 병, 전염병, 멀미, 역병
  1. sickness, disease, plague, affliction
  2. (figuratively)

곡용 정보

3군 변화
단수 쌍수 복수
주격 νόσημα

질병이

νοσήματε

질병들이

νοσήματα

질병들이

속격 νοσήματος

질병의

νοσημάτοιν

질병들의

νοσημάτων

질병들의

여격 νοσήματι

질병에게

νοσημάτοιν

질병들에게

νοσήμασι(ν)

질병들에게

대격 νόσημα

질병을

νοσήματε

질병들을

νοσήματα

질병들을

호격 νόσημα

질병아

νοσήματε

질병들아

νοσήματα

질병들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • οὔτε δ ἰατρὸς ἐμπείρως δύναται θεραπεῦσαι τοὺς κάμνοντας, ἂν μὴ τὴν αἰτίαν τοῦ νοσήματος κατανοήσῃ, οὔτε δικαστὴς ὁσίαν θεῖναι τὴν ψῆφον, ἐὰν μὴ τοῖς τῆς κρίσεως δικαίοις σαφῶς ᾖ παρηκολουθηκώς. (Demades, On the Twelve Years, 1:2)

    (데마데스, On the Twelve Years, 1:2)

  • οὐδεπώποτε γοῦν ὤφθη κεκραγὼς ἢ ὑπερδιατεινόμενος ἢ ἀγανακτῶν, οὐδ εἰ ἐπιτιμᾶν τῳ δέοι, ἀλλὰ τῶν μὲν ἁμαρτημάτων καθήπτετο, τοῖς δὲ ἁμαρτάνουσι συνεγίνωσκεν, καὶ τὸ παράδειγμα παρὰ τῶν ἰατρῶν ἠξίου λαμβάνειν τὰ μὲν νοσήματα ἰωμένων, ὀργῇ δὲ πρὸς τοὺς νοσοῦντας οὐ χρωμένων ἡγεῖτο γὰρ ἀνθρώπου μὲν εἶναι τὸ ἁμαρτάνειν, θεοῦ δὲ ἢ ἀνδρὸς ἰσοθέου τὰ πταισθέντα ἐπανορθοῦν. (Lucian, (no name) 7:1)

    (루키아노스, (no name) 7:1)

  • ἐβουλόμην μὲν οὖν τὴν ἰατρικὴν καὶ τοιοῦτόν τι ἔχειν φάρμακον ὃ μὴ μόνον τοὺς μεμηνότας ἀλλὰ καὶ τοὺς ἀδίκως ὀργιζομένους παύειν ἐδύνατο, ἵνα καὶ τοῦτο τοῦ πατρὸς τὸ νόσημα ἰασαίμην. (Lucian, Abdicatus, (no name) 1:3)

    (루키아노스, Abdicatus, (no name) 1:3)

  • παρελθὼν οὖν ἄκλητος οὐκ εὐθὺς ἰασάμην οὐ γὰρ οὕτω ποιεῖν ἔθος ἐστὶν ἡμῖν οὐδὲ ταῦτα ἡ τέχνη παραινεῖ, ἀλλὰ πάντων πρῶτον τοῦτο διδασκόμεθα συνορᾶν εἴτε ἰάσιμόν ἐστι τὸ νόσημα εἴτε ἀνήκεστον καὶ ὑπερβεβηκὸς τοὺς ὁρ´ους τῆς τέχνης. (Lucian, Abdicatus, (no name) 4:5)

    (루키아노스, Abdicatus, (no name) 4:5)

  • τὸν οὖν ταῦτα πάντα ὑπομεμενηκότα καὶ οὕτω χαλεπῷ νοσήματι προσπαλαίσαντα καὶ πάθος ἁπάντων παθῶν τὸ δυσαλωτότατον νενικηκότα ἔτι τούτῳ ἀποκηρύττειν ἐπιτρέψετε, καὶ τοὺς νόμους ὡς βούλεται ἑρμηνεύειν κατ εὐεργέτου συγχωρήσετε, καὶ τῇ φύσει πολεμεῖν αὐτὸν ἐάσετε· (Lucian, Abdicatus, (no name) 18:1)

    (루키아노스, Abdicatus, (no name) 18:1)

  • ὦ γλώσσης ἀληθῶς νόσημα Ταῦ. (Lucian, Judicium vocalium, (no name) 11:3)

    (루키아노스, Judicium vocalium, (no name) 11:3)

  • καὶ ῥᾷον ἐδόκει ἤδη ἔχειν ὁ Εὐκράτης καὶ τὸ νόσημα τῶν συντρόφων ἦν τὸ ῥεῦμα γὰρ εἰς τοὺς πόδας αὖθις αὐτῷ κατεληλύθει. (Lucian, Philopsuedes sive incredulus, (no name) 6:6)

    (루키아노스, Philopsuedes sive incredulus, (no name) 6:6)

  • ὁρῶ δ ἀέλπτον φάσμ, ὃ μήποτ ὤφελον, Πυλάδην τε καὶ σὸν σύγγονον στείχονθ ὁμοῦ, τὸν μὲν κατηφῆ καὶ παρειμένον νόσῳ, τὸν δ ὥστ ἀδελφὸν ἴσα φίλῳ λυπούμενον, νόσημα κηδεύοντα παιδαγωγίᾳ. (Euripides, episode 2:1)

    (에우리피데스, episode 2:1)

유의어

  1. 질병

관련어

명사

형용사

동사

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION