헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

μύρον

2군 변화 명사; 중성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: μύρον μύρου

형태분석: μυρ (어간) + ον (어미)

  1. 고약, 연고, 발삼전나무, 발삼 수지
  2. 감언이설, 달래는 말
  1. any sweet juice distilled from plants and used for unguents or perfumes
  2. unguent, sweet oil, balsam
  3. place where unguents were sold, perfumery
  4. (metaphoric) anything graceful, charming, lovely

곡용 정보

2군 변화

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • καὶ ποιήσεισ αὐτὸ ἔλαιον χρῖσμα ἅγιον, μύρον μυρεψικὸν τέχνῃ μυρεψοῦ. ἔλαιον χρῖσμα ἅγιον ἔσται. (Septuagint, Liber Exodus 30:25)

    (70인역 성경, 탈출기 30:25)

  • ὡσ μύρον ἐπὶ κεφαλῆσ τὸ καταβαῖνον ἐπὶ πώγωνα, τὸν πώγωνα τοῦ Ἀαρών, τὸ καταβαῖνον ἐπὶ τὴν ᾤαν τοῦ ἐνδύματοσ αὐτοῦ. (Septuagint, Liber Psalmorum 132:2)

    (70인역 성경, 시편 132:2)

  • χρίσονται μύρον. ἐν τῷ ὄρει τούτῳ παράδοσ ταῦτα πάντα τοῖσ ἔθνεσιν. ἡ γὰρ βουλὴ αὕτη ἐπὶ πάντα τὰ ἔθνη. (Septuagint, Liber Isaiae 25:7)

    (70인역 성경, 이사야서 25:7)

  • καὶ γὰρ ἐκείνων καταχέαντεσ μύρον καὶ τὸν στέφανον ἐπιθέντεσ αὐτοὶ πίνουσι καὶ εὐωχοῦνται τὰ παρεσκευασμένα. (Lucian, De mercede, (no name) 28:4)

    (루키아노스, De mercede, (no name) 28:4)

  • τὰ δ’ ἄλλα πάντ’ ἐστὶν παρεσκευασμένα, κλῖναι τράπεζαι προσκεφάλαια στρώματα στέφανοι μύρον τραγήμαθ’, αἱ πόρναι πάρα, ἄμυλοι πλακοῦντεσ σησαμοῦντεσ ἴτρια, ὀρχηστρίδεσ, τὰ φίλταθ’ Ἁρμοδίου, καλαί. (Aristophanes, Acharnians, Episode21)

    (아리스토파네스, Acharnians, Episode21)

  • καὶ ὀσμὴ μύρων σου ὑπὲρ πάντα τὰ ἀρώματα. μῦρον ἐκκενωθὲν ὄνομά σου. διὰ τοῦτο νεάνιδεσ ἠγάπησάν σε, (Septuagint, Canticum Canticorum 1:3)

    (70인역 성경, 아가 1:3)

  • πρόσθεν μὲν θάνατόν τ’ εἶχον καὶ δάκρυσι μῦρον, μέσσοι δὲ ξεστοί, περιμήκεεσ, αὐτὰρ ὄπισθε μόρφνοιο φλεγύαο καλυπτόμενοι πτερύγεσσιν. (Hesiod, Shield of Heracles, Book Sh. 11:6)

    (헤시오도스, 헤라클레스의 방패, Book Sh. 11:6)

유의어

  1. 고약

  2. 감언이설

관련어

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION