Ancient Greek-English Dictionary Language

μεστός

First/Second declension Adjective; Transliteration:

Principal Part: μεστός μεστή μεστόν

Structure: μεστ (Stem) + ος (Ending)

Sense

  1. full

Examples

  • οὐδὲν γὰρ ἂν ἐκώλυεν μεστὴν ἀδικίασ εἶναι τὴν γῆν, ἐκείνων μὴ πονησάντων. (Lucian, Bis accusatus sive tribunalia, (no name) 20:12)
  • οὐ γάρ σε τραχεῖάν τινα οὐδὲ ὄρθιον καὶ ἱδρῶτοσ μεστὴν ἡμεῖσ ἄξομεν, ὡσ ἐκ μέσησ αὐτῆσ ἀναστρέψαι καμόντα, ἐπεὶ οὐδὲν ἂν διεφέρομεν τῶν ἄλλων ὅσοι τὴν συνήθη ἐκείνην ἡγοῦνται, μακρὰν καὶ ἀνάντη καὶ καματηρὰν καὶ ὡσ τὸ πολὺ ἀπεγνωσμένην. (Lucian, Rhetorum praeceptor, (no name) 3:2)
  • πωλῶν γὰρ βότρυσ μεστὴν ἀπῆρα τὴν γνάθον χαλκῶν ἔχων κἄπειτ’ ἐχώρουν εἰσ ἀγορὰν ἐπ’ ἄλφιτα. (Aristophanes, Ecclesiazusae, Episode 3:16)
  • ἡ γὰρ οἰκία αὕτη ’στὶν ἣν δεῖ χρημάτων σε τήμερον μεστὴν ποιῆσαι καὶ δικαίωσ κἀδίκωσ. (Aristophanes, Plutus, Prologue 5:11)
  • ἀντὶ δὲ κλίνησ στιβάδα σχοίνων κόρεων μεστήν, ἣ τοὺσ εὕδοντασ ἐγείρει· (Aristophanes, Plutus, Agon, epirrheme 1:5)

Synonyms

  1. full

Source: Ancient Greek entries from Wiktionary

Find this word at Wiktionary

SEARCH

MENU NAVIGATION