헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

λύκειος

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: λύκειος λύκειον

형태분석: λυκει (어간) + ος (어미)

  1. of or belonging to a wolf
  2. the Lycian god, the god of light, Lycean, a very wolf

곡용 정보

1/2군 변화
남/여성 중성
단수주격 λύκειος

(이)가

λύκειον

(것)가

속격 λυκείου

(이)의

λυκείου

(것)의

여격 λυκείῳ

(이)에게

λυκείῳ

(것)에게

대격 λύκειον

(이)를

λύκειον

(것)를

호격 λύκειε

(이)야

λύκειον

(것)야

쌍수주/대/호 λυκείω

(이)들이

λυκείω

(것)들이

속/여 λυκείοιν

(이)들의

λυκείοιν

(것)들의

복수주격 λύκειοι

(이)들이

λύκεια

(것)들이

속격 λυκείων

(이)들의

λυκείων

(것)들의

여격 λυκείοις

(이)들에게

λυκείοις

(것)들에게

대격 λυκείους

(이)들을

λύκεια

(것)들을

호격 λύκειοι

(이)들아

λύκεια

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • μετὰ δὲ τὴν Φιλίππου τελευτὴν ἐπ’ Εὐαινέτου ἄρχοντοσ ἀφικόμενοσ εἰσ Ἀθήνασ ἐσχόλαζεν ἐν Λυκείῳ χρόνον ἐτῶν δώδεκα. (Dionysius of Halicarnassus, Ad Ammaeum, chapter 5 1:4)

    (디오니시오스, Ad Ammaeum, chapter 5 1:4)

  • τοῦ δὲ Σιδωνίου ποτὲ σοφιστοῦ Ἀθήνησιν εὐδοκιμοῦντοσ καὶ λέγοντοσ ὑπὲρ αὑτοῦ ἔπαινόν τινα τοιοῦτον, ὅτι πάσησ φιλοσοφίασ πεπείραται ‐ οὐ χεῖρον δὲ αὐτὰ εἰπεῖν ἃ ἔλεγεν Εἂν Ἀριστοτέλησ με καλῇ ἐπὶ τὸ Λύκειον, ἕψομαι· (Lucian, (no name) 14:1)

    (루키아노스, (no name) 14:1)

  • καίτοι εἰ καὶ μηδὲν αὐτῇ τοιοῦτο ἐπέπρακτο, καλῶσ εἶχέ μοι ἀνδρὶ ἤδη τετταράκοντα ἔτη σχεδὸν γεγονότι θορύβων μὲν ἐκείνων καὶ δικῶν ἀπηλλάχθαι καὶ τοὺσ ἄνδρασ τοὺσ δικαστὰσ ἀτρεμεῖν ἐᾶν, τυράννων κατηγορίασ καὶ ἀριστέων ἐπαίνουσ ἐκφυγόντα, εἰσ δὲ τὴν Ἀκαδήμειαν ἢ εἰσ τὸ Λύκειον ἐλθόντα τῷ βελτίστῳ τούτῳ Διαλόγῳ συμπεριπατεῖν ἠρέμα διαλεγομένουσ, τῶν ἐπαίνων καὶ κρότων οὐ δεομένουσ. (Lucian, Bis accusatus sive tribunalia, (no name) 32:2)

    (루키아노스, Bis accusatus sive tribunalia, (no name) 32:2)

  • ὁ μὲν χῶροσ αὐτόσ, ὦ Ἀνάχαρσι, γυμνάσιον ὑφ’ ἡμῶν ὀνομάζεται καὶ ἔστιν ἱερὸν Ἀπόλλωνοσ τοῦ Λυκείου. (Lucian, Anacharsis, (no name) 7:2)

    (루키아노스, Anacharsis, (no name) 7:2)

  • καὶ ἔγωγε ἡδέωσ ἂν παραστησάμενοσ πλησίον τῶν τε λευκῶν τινα ἐκείνων καὶ ὑπὸ σκιᾷ δεδιῃτημένων καὶ ὃν ἂν ἕλῃ τῶν ἐν τῷ Λυκείῳ γυμναζομένων, ἀποπλύνασ ^ τὴν κόνιν καὶ τὸν πηλόν, ἐροίμην ἂν σε ποτέρῳ ἂν ὅμοιοσ εὔξαιο γενέσθαι· (Lucian, Anacharsis, (no name) 29:5)

    (루키아노스, Anacharsis, (no name) 29:5)

  • καὶ σύ, Λύκει’ ἄναξ, Λύκειοσ γενοῦ στρατῷ δαί̈ῳ στόνων ἀντίτασ. (Aeschylus, Seven Against Thebes, choral, antistrophe 16)

    (아이스킬로스, 테바이를 공격한 일곱 장수, choral, antistrophe 16)

  • εὐμενὴσ δ’ ὁ Λύκειοσ ἔ‐ στω πάσᾳ νεολαίᾳ. (Aeschylus, Suppliant Women, choral, strophe 33)

    (아이스킬로스, 탄원하는 여인들, choral, strophe 33)

  • αὕτη δ’, Ὀρέστα, τοῦ λυκοκτόνου θεοῦ ἀγορὰ Λύκειοσ· (Sophocles, episode 1:3)

    (소포클레스, episode 1:3)

  • Λύκειον δὲ ἀπὸ μὲν Λύκου τοῦ Πανδίονοσ ἔχει τὸ ὄνομα, Ἀπόλλωνοσ δὲ ἱερὸν ἐξ ἀρχῆσ τε εὐθὺσ καὶ καθ’ ἡμᾶσ ἐνομίζετο, Λύκ<ε>ιόσ τε ὁ θεὸσ ἐνταῦθα ὠνομάσθη πρῶτον· (Pausanias, Description of Greece, , chapter 19 5:4)

    (파우사니아스, Description of Greece, , chapter 19 5:4)

유의어

  1. of or belonging to a wolf

관련어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION