Ancient Greek-English Dictionary Language

λοιπός

First/Second declension Adjective; 자동번역 Transliteration:

Principal Part: λοιπός λοιπή λοιπόν

Structure: λοιπ (Stem) + ος (Ending)

Etym.: lei/pw

Sense

  1. remaining, the rest
  2. (neuter, with infinitive) it remains to..
  3. (of time)
  4. (neuter) the rest

Examples

  • ὁ δ’ ἐμὸσ ἐν ἁλὶ πολυπλανὴσ πόσισ ὀλόμενοσ οἴχεται, Κάστορόσ τε συγγόνου τε διδυμογενὲσ ἄγαλμα πατρίδοσ ἀφανὲσ ἀφανὲσ ἱππόκροτα λέ‐ λοιπε δάπεδα γυμνάσιά τε δονακόεντοσ Εὐρώ‐ τα, νεανιᾶν πόνον. (Euripides, Helen, choral, strophe 25)
  • μάτηρ μὲν οἴχεται, δίδυμά τε Διὸσ οὐκ εὐ‐ δαιμονεῖ τέκεα φίλα, χθόνα δὲ πάτριον οὐχ ὁρᾷσ, διὰ δὲ πόλεασ ἔρχεται βάξισ, ἅ σε βαρβάροισι, πότνια, παραδίδωσι λέχεσιν, ὁ δὲ σὸσ ἐν ἁλὶ κύμασί τε λέ‐ λοιπε βίοτον, οὐδέ ποτ’ ἔτι πάτρια μέλαθρα καὶ τὰν Χαλκίοικον ὀλβιεῖσ. (Euripides, Helen, choral, antistrophe 26)

Synonyms

  1. remaining

  2. it remains to

  3. the rest

Source: Ancient Greek entries from Wiktionary

Find this word at Wiktionary

SEARCH

MENU NAVIGATION