Ancient Greek-English Dictionary Language

λογισμός

Second declension Noun; Masculine Transliteration:

Principal Part: λογισμός λογισμοῦ

Structure: λογισμ (Stem) + ος (Ending)

Etym.: logi/zomai

Sense

  1. calculation, computation
  2. (in plural): numbers
  3. reasoning, argument
  4. reflection, thought
  5. reasoning power, wisdom

Declension

Second declension

The inflection forms above were generated by rules and some usages of them were not attested.

Due to a bug of system, some forms may display wrong accents.

Examples

  • καὶ ἡδίστῳ καὶ βαθεῖ κατεσχέθη τῇ ἐνεργείᾳ τοῦ Δεσπότου, τῆσ ἀθέσμου μὲν προθέσεωσ πολὺ διεσφαλμένοσ, τοῦ δὲ ἀμεταθέτου λογισμοῦ μεγάλωσ διεψευσμένοσ. (Septuagint, Liber Maccabees III 5:12)
  • οὐθὲν γάρ ἐστι φόβοσ εἰ μὴ προδοσία τῶν ἀπὸ λογισμοῦ βοηθημάτων. (Septuagint, Liber Sapientiae 17:12)
  • πρὸ λογισμοῦ μὴ ἐπαινέσῃσ ἄνδρα, οὗτοσ γὰρ πειρασμὸσ ἀνθρώπων. ‐ (Septuagint, Liber Sirach 27:7)
  • τοιγαροῦν ἐνύδρων ἐπιθυμοῦντεσ καὶ ὀρνέων καὶ τετραπόδων καὶ παντοίων βρωμάτων τῶν ἀπηγορευμένων ἡμῖν κατὰ τὸν νόμον ἀπεχόμεθα διὰ τὴν τοῦ λογισμοῦ ἐπικράτειαν. (Septuagint, Liber Maccabees IV 1:33)
  • ἀνέχεται γὰρ τὰ τῶν ὀρέξεων πάθη ὑπὸ τοῦ σώφρονοσ νοὸσ ἀνακαμπτόμενα, καὶ φιμοῦται πάντα τὰ τοῦ σώματοσ κινήματα τοῦ λογισμοῦ.̀ρ̀νΤὸ βιβλίον «Μακκαβαίων Δ´», ὡσ «ἀπόκρυφον» δὲν συγκατελέχθη ὑπὸ τῆσ Ἐκκλησίασ μεταξὺ τῶν κανονικῶν βιβλίων τῆσ Παλαιᾶσ Διαθήκησ. Ἐν τούτοισ, λόγῳ τῆσ σπουδαιότητοσ τοῦ περιεχομένου αὐτοῦ καὶ τῆσ συμπεριλήψεώσ του εἰσ ἀρχαῖα χειρόγραφα τῆσ Μεταφράσεωσ τῶν Ἑβδομήκοντα , ἐκδίδεται συνήθωσ μετὰ τῶν ἄλλων βιβλίων τῶν Μακκαβαίων . (Septuagint, Liber Maccabees IV 1:34)

Synonyms

  1. calculation

  2. reasoning

  3. reflection

Related

Source: Ancient Greek entries from Wiktionary

Find this word at Wiktionary

SEARCH

MENU NAVIGATION