- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ληπτέος?

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: lēpteos 고전 발음: [렙:떼오] 신약 발음: [때오]

기본형: ληπτέος ληπτέα ληπτέον

형태분석: ληπτε (어간) + ος (어미)

어원: λαμβάνω의 분사형,

  1. to be taken or accepted
  2. one must take hold, one must undertake, one must take or choose
  3. one must take, receive

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 ληπτέος

(이)가

ληπτέα

(이)가

ληπτέον

(것)가

속격 ληπτέου

(이)의

ληπτέας

(이)의

ληπτέου

(것)의

여격 ληπτέῳ

(이)에게

ληπτέᾳ

(이)에게

ληπτέῳ

(것)에게

대격 ληπτέον

(이)를

ληπτέαν

(이)를

ληπτέον

(것)를

호격 ληπτέε

(이)야

ληπτέα

(이)야

ληπτέον

(것)야

쌍수주/대/호 ληπτέω

(이)들이

ληπτέα

(이)들이

ληπτέω

(것)들이

속/여 ληπτέοιν

(이)들의

ληπτέαιν

(이)들의

ληπτέοιν

(것)들의

복수주격 ληπτέοι

(이)들이

ληπτέαι

(이)들이

ληπτέα

(것)들이

속격 ληπτέων

(이)들의

ληπτεῶν

(이)들의

ληπτέων

(것)들의

여격 ληπτέοις

(이)들에게

ληπτέαις

(이)들에게

ληπτέοις

(것)들에게

대격 ληπτέους

(이)들을

ληπτέας

(이)들을

ληπτέα

(것)들을

호격 ληπτέοι

(이)들아

ληπτέαι

(이)들아

ληπτέα

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ληπτέον δὴ καὶ τὸ πρέπον τῆς λέξεως παρὰ Λυσίου. (Dionysius of Halicarnassus, chapter 9 1:2)

    (디오니시오스, chapter 9 1:2)

  • ὥστε καὶ ταύτην τὴν ἀρετὴν ληπτέον παρὰ τοῦ ῥήτορος. (Dionysius of Halicarnassus, chapter 10 1:3)

    (디오니시오스, chapter 10 1:3)

  • ληπτέον μᾶλλον. (Aristotle, Parabasis, antepirrheme6)

    (아리스토텔레스, Parabasis, antepirrheme6)

  • ἀλλ οὐ τοῦτο νῦν διελεγκτέον, ἐκεῖνο δ ἐκ τούτου ληπτέον, ὅτι συγχωροῦσι καὶ αὐτοὶ τῆς κρίσεως ἕτερον εἶναι τὸ ἄλογον, καθ ὅ φασι γίνεσθαι τὸ πάθος σφοδρότερον καὶ μεῖζον, ἐρίζοντες πρὸς τοὔνομα καὶ τὸ ῥῆμα, τὰ δὲ πράγματα διδόντες τοῖς διαφέρειν τὸ παθητικὸν καὶ ἄλογον τοῦ λογιζομένου καὶ κρίνοντος ἀποφαινομένοις. (Plutarch, De virtute morali, section 10 4:2)

    (플루타르코스, De virtute morali, section 10 4:2)

  • ληπτέον σύμμετρον τροφὴν πρὸ τοῦ πίνειν καὶ μάλιστα τὰς εἰθισμένας προπαρατίθεσθαι περιφοράς: (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 3, book 3, chapter 913)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 3, book 3, chapter 913)

  • ληπτέος δὴ τρόπος ὅστις ἡμῖν ἅμα τά τε δοκοῦντα περὶ τούτων μάλιστα ἀποδώσει, καὶ τὰς ἀπορίας λύσει καὶ τὰς ἐναντιώσεις. (Aristotle, Eudemian Ethics, Book 7 22:1)

    (아리스토텔레스, 에우데모스 윤리학, Book 7 22:1)

  • ὁ δὲ παιὰν ληπτέος: (Aristotle, Rhetoric, Book 3, chapter 8 5:2)

    (아리스토텔레스, 수사학, Book 3, chapter 8 5:2)

  • τούτων δὲ ληπτέος ὁρ´ος τις: (Aristotle, Nicomachean Ethics, Book 1 60:1)

    (아리스토텔레스, 니코마코스 윤리학, Book 1 60:1)

  • ἐπεὶ δὲ τὸ τί ἐστιν ἀναγκαῖον ἑκάστῃ πως τῶν ἐπιστημῶν εἰδέναι καὶ τούτῳ χρῆσθαι ἀρχῇ, δεῖ μὴ λανθάνειν πῶς ὁριστέον τῷ φυσικῷ καὶ πῶς ὁ τῆς οὐσίας λόγος ληπτέος, πότερον ὡς τὸ σιμὸν ἢ μᾶλλον ὡς τὸ κοῖλον. (Aristotle, Metaphysics, Book 11 105:3)

    (아리스토텔레스, 형이상학, Book 11 105:3)

유의어

  1. to be taken or accepted

  2. one must take hold

  3. one must take

관련어

명사

형용사

부사

유사 형태

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION