- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

λειμών?

3군 변화 명사; 남성 자동번역 로마알파벳 전사: leimōn 고전 발음: [몬:] 신약 발음: [리몬]

기본형: λειμών λειμῶνος

형태분석: λειμων (어간)

어원: λείβω

  1. 메, 들
  2. 음문
  1. meadow
  2. (vulgar) vagina

곡용 정보

3군 변화
단수 쌍수 복수
주격 λειμών

메가

λειμῶνε

메들이

λειμῶνες

메들이

속격 λειμῶνος

메의

λειμώνοιν

메들의

λειμώνων

메들의

여격 λειμῶνι

메에게

λειμώνοιν

메들에게

λειμῶσι(ν)

메들에게

대격 λειμῶνα

메를

λειμῶνε

메들을

λειμῶνας

메들을

호격 λειμών

메야

λειμῶνε

메들아

λειμῶνες

메들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • οἱ δὲ τοῦ μέσου βίου, πολλοὶ ὄντες οὗτοι, ἐν τῷ λειμῶνι πλανῶνται ἄνευ τῶν σωμάτων σκιαὶ γενόμενοι καὶ ὑπὸ τῇ ἁφῇ καθάπερ καπνὸς ἀφανιζόμενοι. (Lucian, (no name) 8:5)

    (루키아노스, (no name) 8:5)

  • τὸν δὲ ἄλλον κόσμον καὶ τὰ τῶν τοίχων γράμματα καὶ τῶν χρωμάτων τὰ κάλλη καὶ τὸ ἐναργὲς ἑκάστου καὶ τὸ ἀκριβὲς καὶ τὸ ἀληθὲς ἐάρος ὄψει καὶ λειμῶνι δὲ εὐανθεῖ καλῶς ἂν ἔχοι παραβαλεῖν: (Lucian, De Domo, (no name) 9:2)

    (루키아노스, De Domo, (no name) 9:2)

  • τὸ δὲ νῦν ἔχον ἐβουλόμην τὸν ὁποσονοῦν χρόνον τοῦτον εὐδαιμόνως διαβιοὺς ὑπὸ ἑκκαίδεκα γυπῶν κείρεσθαι τὸ ἧπαρ ἀποθανών, ἀλλὰ μὴ ἐνταῦθα διψήσας ὥσπερ ὁ Τάνταλος ἐν Μακάρων νήσοις πίνειν μετὰ τῶν ἡρώων ἐν τῷ Ἠλυσίῳ λειμῶνι κατακείμενος. (Lucian, Juppiter confuatus, (no name) 17:5)

    (루키아노스, Juppiter confuatus, (no name) 17:5)

  • τῇ δὲ μιῇ παρελέξατο Κυανοχαίτης ἐν μαλακῷ λειμῶνι καὶ ἄνθεσιν εἰαρινοῖσιν. (Hesiod, Theogony, Book Th. 29:3)

    (헤시오도스, 신들의 계보, Book Th. 29:3)

  • ποώδη χρώματα τρέπουσιν, ἀνάπαυλα τῶν ἀκράτων καὶ συντόνων ἐκείνων Μένανδρός ἐστιν, οἱο῀ν εὐανθεῖ λειμῶνι καὶ σκιερῷ καὶ πνευμάτων μεστῷ δεχόμενος τὴν διάνοιαν. (Plutarch, Comparationis Aristophanis et Menandri compendium, section 3 8:1)

    (플루타르코스, Comparationis Aristophanis et Menandri compendium, section 3 8:1)

유의어

관련어

명사

형용사

동사

부사

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION