κόλπος?
2군 변화 명사; 남성
자동번역
로마알파벳 전사: kolpos
고전 발음: [꼴뽀스]
신약 발음: [꼴뽀스]
기본형:
κόλπος
κόλπου
형태분석:
κολπ
(어간)
+
ος
(어미)
뜻
- 품, 무릎, 한 바퀴
- 자궁, 모태
- 호주머니, 포켓, 주머니
- 만, 바다
- bosom, lap
- womb
- a fold in fabric around the bosom
- any hollow space, pocket
- especially of water, the hollow between waves
- gulf, bay, creek
곡용 정보
2군 변화
위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.
현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.
- λαμβάνοντος δῶρα ἀδίκως ἐν κόλποις οὐ κατευοδοῦνται ὁδοί, ἀσεβὴς δὲ ἐκκλίνει ὁδοὺς δικαιοσύνης. (Septuagint, Liber Proverbiorum 17:25)
(70인역 성경, 잠언 17:25)
- πρῷραι ναῶν, ὠκείαις Ἴλιον ἱερὰν αἳ κώπαις δι ἅλα πορφυροειδέα καὶ λιμένας Ἑλλάδος εὐόρμους αὐλῶν παιᾶνι στυγνῷ συρίγγων τ εὐφθόγγων φωνᾷ βαίνουσαι πλεκτὰν Αἰγύπτου παιδείαν ἐξηρτήσασθ, αἰαῖ, Τροίας ἐν κόλποις τὰν Μενελάου μετανισόμεναι στυγνὰν ἄλοχον, Κάστορι λώβαν τῷ τ Εὐρώτᾳ δυσκλείαν, ἃ σφάζει μὲν τὸν πεντήκοντ ἀροτῆρα τέκνων Πρίαμον, ἐμέ τε μελέαν Ἑκάβαν ἐς τάνδ ἐξώκειλ ἄταν. (Euripides, The Trojan Women, choral, lyric1)
(에우리피데스, The Trojan Women, choral, lyric1)
- πτανὸς γὰρ ἐν κόλποις σε Λή- δας ἐτέκνωσε πατήρ. (Euripides, Helen, choral, strophe 23)
(에우리피데스, Helen, choral, strophe 23)
- νῦν πείθομαί γε καὶ Δία ποτὲ γενέσθαι χρυσὸν τίς γὰρ οὐκ ἂν παρθένος ἀναπεπταμένοις τοῖς κόλποις ὑπεδέξατο οὕτω καλὸν ἐραστὴν διὰ τοῦ τέγους καταρρέοντα· (Lucian, Timon, (no name) 41:9)
(루키아노스, Timon, (no name) 41:9)
- Ἐρέβους δ ἐν ἀπείροσι κόλποις τίκτει πρώτιστον ὑπηνέμιον Νὺξ ἡ μελανόπτερος ᾠόν, ἐξ οὖ περιτελλομέναις ὡρ´αις ἔβλαστεν Ἔρως ὁ ποθεινός, στίλβων νῶτον πτερύγοιν χρυσαῖν, εἰκὼς ἀνεμώκεσι δίναις. (Aristophanes, Birds, Parabasis, parabasis4)
(아리스토파네스, Birds, Parabasis, parabasis4)