헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

κόλαξ

3군 변화 명사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: κόλαξ κόλακος

형태분석: κολακ (어간) + ς (어미)

  1. 아첨꾼
  1. a flatterer, fawner

곡용 정보

3군 변화
단수 쌍수 복수
주격 κόλαξ

아첨꾼이

κόλακε

아첨꾼들이

κόλακες

아첨꾼들이

속격 κόλακος

아첨꾼의

κολάκοιν

아첨꾼들의

κολάκων

아첨꾼들의

여격 κόλακι

아첨꾼에게

κολάκοιν

아첨꾼들에게

κόλαξιν*

아첨꾼들에게

대격 κόλακα

아첨꾼을

κόλακε

아첨꾼들을

κόλακας

아첨꾼들을

호격 κόλαξ

아첨꾼아

κόλακε

아첨꾼들아

κόλακες

아첨꾼들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • καὶ οὐκ αἰσχύνῃ κόλαξιν ἀνθρώποισ καὶ ἀγοραίοισ καὶ βωμολόχοισ ἀντεξεταζόμενοσ καὶ ἐν τοσούτῳ πλήθει Ῥωμαϊκῷ μόνοσ ξενίζων τῷ τρίβωνι καὶ πονηρῶσ τὴν Ῥωμαίων φωνὴν βαρβαρίζων, εἶτα δειπνῶν δεῖπνα θορυβώδη καὶ πολυάνθρωπα συγκλύδων τινῶν καὶ τῶν πλείστων μοχθηρῶν; (Lucian, De mercede, (no name) 24:3)

    (루키아노스, De mercede, (no name) 24:3)

  • ἁπάντων οὖν τῶν τοιούτων κατεγέλα τῶν παρεχόντων αὑτοὺσ τοῖσ κόλαξιν, καὶ προσετίθει δὲ ὅτι μὴ ἐν ἐπαίνοισ μόνον, ἀλλὰ καὶ ἐν γραφαῖσ τὰ ὅμοια πολλοὶ κολακεύεσθαί τε καὶ ἐξαπατᾶσθαι θέλουσι. (Lucian, Pro imaginibus, (no name) 6:1)

    (루키아노스, Pro imaginibus, (no name) 6:1)

  • εἰκότωσ γὰρ ἠγανάκτει δυστυχῶν ἐπεὶ καὶ ὅμοια ποιήσομεν τοῖσ καταράτοισ κόλαξιν ἐκείνοισ ἐπιλελησμένοι ἀνδρὸσ τοσαῦτα μηρία ταύρων τε καὶ αἰγῶν πιότατα καύσαντοσ ἡμῖν ἐπὶ τῶν βωμῶν· (Lucian, Timon, (no name) 9:2)

    (루키아노스, Timon, (no name) 9:2)

  • "κεκωμῴδηται δὲ καὶ ὑπὸ Εὐπόλιδοσ ὡσ ἀκόλαστοσ πρὸσ γυναῖκασ ἐν Κόλαξιν οὕτωσ Ἀλκιβιάδησ ἐκ τῶν γυναικῶν ἐξίτω. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 12, book 12, chapter 47 3:10)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 12, book 12, chapter 47 3:10)

  • τῇ δὲ λαγὼν ἡ διὰ τοῦ ω παραπλησίωσ προσαγορευομένη λαγῲ παρ’ Εὐπόλιδι ἐν Κόλαξιν ’ ἵνα πάρα μὲν βατίδεσ καὶ λαγῲ καὶ γυναῖκεσ εἱλίποδεσ εἰσὶν δ’ οἳ καὶ ταῦτ’ ἀλόγωσ κατὰ τὴν τελευτῶσαν συλλαβὴν περισπωμένωσ προφέρονται, δεῖ δὲ ὀξυτονεῖν τὴν λέξιν, ἐπειδὴ τὰ εἰσ οσ λήγοντα τῶν ὀνομάτων ὁμότονά ἐστι, κἂν μεταληφθῇ εἰσ τὸ ω παρ’ Ἀττικοῖσ· (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 9, book 9, chapter 6210)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 9, book 9, chapter 6210)

유의어

  1. 아첨꾼

유사 형태

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION