κοινότης
Third declension Noun; Masculine
자동번역
Transliteration:
Principal Part:
κοινότης
κοινότητος
Structure:
κοινοτητ
(Stem)
+
ς
(Ending)
Sense
- a sharing in common, community, partnership
- affability
Declension
Third declension
The inflection forms above were generated by rules and some usages of them were not attested.
Due to a bug of system, some forms may display wrong accents.
- ἔνεστι μὲν οὖν ἐν τῇ κατασκευῇ τῶν ὀνομάτων αὐτῷ τὸ τραγικὸν τὸ κωμικὸν τὸ σοβαρὸν τὸ πεζόν, ἀσάφεια κοινότησ, ὄγκοσ καὶ δίαρμα, σπερμολογία καὶ φλυαρία ναυτιώδησ. (Plutarch, Comparationis Aristophanis et Menandri compendium, section 1 8:2)
- τε τῶν γυναικῶν καὶ παίδων καὶ τῆσ οὐσίασ κοινότησ καὶ τὰ συσσίτια τῶν γυναικῶν, ἔτι δ’ ὁ περὶ τὴν μέθην νόμοσ, τὸ τοὺσ νήφοντασ συμποσιαρχεῖν, καὶ τὴν ἐν τοῖσ πολεμικοῖσ ἄσκησιν ὅπωσ ἀμφιδέξιοι γίνωνται κατὰ τὴν μελέτην, ὡσ δέον μὴ τὴν μὲν χρήσιμον εἶναι τοῖν χεροῖν τὴν δὲ ἄχρηστον. (Aristotle, Politics, Book 2 318:1)
- ἑώσ δ’ ἂν κοινοῦ τινοσ ἐφάπτῃ, ἐκείνων πέρι σοι ἔσται ὁ λόγοσ ὧν ἂν ἡ κοινότησ ᾖ. (Plato, Cratylus, Theaetetus, Sophist, Statesman, 402:5)
- ἡ γὰρ κοινότησ ἡ ὑπάρχουσα αὐτοῖσ πρὸσ τὰ ἀμετάβολα ἱκανὴ τὸ μέχρι τούτου συντελέσαι, συμφόρησιν δὲ ἐκ τούτων κίνησιν ἐχόντων οὐχ οἱο͂́ν τε γίνεσθαι. (Diogenes Laertius, Lives of Eminent Philosophers, I, EPIKOUROS 59:5)
- ἡ μὲν γὰρ περὶ τὰσ κτήσεισ ἰσότησ καὶ περὶ τὴν δίαιταν ἀφέλεια καὶ κοινότησ σώφρονασ μὲν ἔμελλε τοὺσ κατ’ ἰδίαν βίουσ παρασκευάζειν, ἀστασίαστον δὲ τὴν κοινὴν παρέξεσθαι πολιτείαν, ἡ δὲ πρὸσ τοὺσ πόνουσ καὶ πρὸσ τὰ δεινὰ τῶν ἔργων ἄσκησισ ἀλκίμουσ καὶ γενναίουσ ἀποτελέσειν ἄνδρασ. (Polybius, Histories, book 6, chapter 48 3:1)
Synonyms
-
a sharing in common