- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

καρίς?

3군 변화 명사; 여성 동물 로마알파벳 전사: karīs 고전 발음: [까리:] 신약 발음: [까리]

기본형: καρίς

형태분석: καριδ (어간) + ς (어미)

  1. 새우
  1. shrimp, prawn

곡용 정보

3군 변화
단수 쌍수 복수
주격 καρίς

새우가

καρῖδε

새우들이

καρῖδες

새우들이

속격 καρῖδος

새우의

καρίδοιν

새우들의

καρίδων

새우들의

여격 καρῖδι

새우에게

καρίδοιν

새우들에게

καρῖσι(ν)

새우들에게

대격 καρῖδα

새우를

καρῖδε

새우들을

καρῖδας

새우들을

호격 καρίς

새우야

καρῖδε

새우들아

καρῖδες

새우들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • κυανόχρως δ ἀμίας ἐπὶ τοῖς μέγας, ὅς τε θαλάσσης πάσης βένθεα οἶδε, Ποσειδάωνος ὑποδμώς, καρῖδὲς θ, αἳ Ζηνὸς Ὀλυμπίου εἰσὶν ἀοιδή,1 αἳ δὴ γήραι κυφαὶ ἔσαν, χρησταὶ δὲ πάσασθαι. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 4, book 4, chapter 12 11:4)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 4, book 4, chapter 12 11:4)

  • θερμὸς μετὰ ταῦτα παρῆλθεν ἰσοτράπεζος ὅλος νῆστις συνόδων πυρός ἔπειτα βαθμοὺς ἀτμίζων ἐπὶ τῷ δ ἐπίπασται τευθίδες, ὦ φίλε, κἀξανθισμέναι καρῖδες αἱ κυφαὶ παρῆλθον. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 4, book 4, chapter 28 2:6)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 4, book 4, chapter 28 2:6)

  • ἀραρὼς δὲ Καμπυλίωνί φησιν τὰ κομψὰ μὲν δὴ ταῦτα νωγαλεύματα, κόγχαι τε καὶ σωλῆνες αἵ τε καμπύλαι καρῖδες ἐξήλλοντο δελφίνων δίκην. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 3, book 3, chapter 32 2:2)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 3, book 3, chapter 32 2:2)

  • "καρῖδες, καρκίνοι, κάραβοι, ἀστακοὶ εὔστομα καὶ διουρητικά" κολύβδαιναν δ εἴρηκεν Ἐπίχαρμος ἐν τοῖς προεκκειμένοις, ὡς μὲν Νίκανδρός φησι, τὸ θαλάσσιον αἰδοῖον, ὡς δ ὁ Ἡρακλείδης ἐν Ὀψαρτυτικῷ, τὴν καρῖδα. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 3, book 3, chapter 657)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 3, book 3, chapter 657)

  • "τῶν μαλακοστράκων ὀχεύονται, φησί, κάραβοι, ἀστακοί, καρῖδες καὶ τὰ τοιαῦτα, ὥσπερ καὶ τὰ ὀπισθουρητικὰ τῶν τετραπόδων, ὀχεύονται δὲ τοῦ ἐάρος ἀρχομένου πρὸς τῇ γῇ ἤδη γὰρ ὦπται ἡ ὀχεία πάντων τῶν τοιούτων, ἐνιαχοῦ δὲ ὅταν τὰ σῦκα ἄρχηται πεπαίνεσθαι. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 3, book 3, chapter 65 1:1)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 3, book 3, chapter 65 1:1)

관련어

명사

형용사

동사

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION