헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

φάρμακος

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: φάρμακος

형태분석: φαρμακ (어간) + ος (어미)

  1. pertaining to magical arts

곡용 정보

1/2군 변화
남/여성 중성
단수주격 φάρμακος

(이)가

φάρμακον

(것)가

속격 φαρμάκου

(이)의

φαρμάκου

(것)의

여격 φαρμάκῳ

(이)에게

φαρμάκῳ

(것)에게

대격 φάρμακον

(이)를

φάρμακον

(것)를

호격 φάρμακε

(이)야

φάρμακον

(것)야

쌍수주/대/호 φαρμάκω

(이)들이

φαρμάκω

(것)들이

속/여 φαρμάκοιν

(이)들의

φαρμάκοιν

(것)들의

복수주격 φάρμακοι

(이)들이

φάρμακα

(것)들이

속격 φαρμάκων

(이)들의

φαρμάκων

(것)들의

여격 φαρμάκοις

(이)들에게

φαρμάκοις

(것)들에게

대격 φαρμάκους

(이)들을

φάρμακα

(것)들을

호격 φάρμακοι

(이)들아

φάρμακα

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἔκτισε γὰρ εἰσ τὸ εἶναι τὰ πάντα, καὶ σωτήριοι αἱ γενέσεισ τοῦ κόσμου, καὶ οὐκ ἔστιν ἐν αὐταῖσ φάρμακον ὀλέθρου οὔτε ᾅδου βασίλειον ἐπὶ γῆσ. (Septuagint, Liber Sapientiae 1:14)

    (70인역 성경, 지혜서 1:14)

  • φίλοσ πιστὸσ φάρμακον ζωῆσ, καὶ οἱ φοβούμενοι Κύριον εὑρήσουσιν αὐτόν. (Septuagint, Liber Sirach 6:16)

    (70인역 성경, Liber Sirach 6:16)

  • ἐβουλόμην μὲν οὖν τὴν ἰατρικὴν καὶ τοιοῦτόν τι ἔχειν φάρμακον ὃ μὴ μόνον τοὺσ μεμηνότασ ἀλλὰ καὶ τοὺσ ἀδίκωσ ὀργιζομένουσ παύειν ἐδύνατο, ἵνα καὶ τοῦτο τοῦ πατρὸσ τὸ νόσημα ἰασαίμην. (Lucian, Abdicatus, (no name) 1:3)

    (루키아노스, Abdicatus, (no name) 1:3)

  • ἰδὼν οὖν τὸν πατέρα ἔτι ἐντὸσ τῆσ ἐλπίδοσ καὶ τὸ πάθοσ οὐχ ὑπὲρ τὴν τέχνην, ἐπὶ πολὺ τηρήσασ καὶ ἀκριβῶσ ἐξετάσασ ἕκαστα ἐπεχείρουν ἤδη καὶ τὸ φάρμακον τεθαρρηκότωσ ἐνέχεον, καίτοι πολλοὶ τῶν παρόντων ὑπώπτευον τὴν δόσιν καὶ τὴν ἰάσιν διέβαλλον καὶ πρὸσ κατηγορίασ παρεσκευάζοντο . (Lucian, Abdicatus, (no name) 4:8)

    (루키아노스, Abdicatus, (no name) 4:8)

  • ὁ πατὴρ δὲ ὑπὸ ἰδιωτείασ οὐ γὰρ οἶδεν οὔτε ἀρχὴν τοῦ κατέχοντοσ κακοῦ οὔτε τὴν αἰτίαν οὔτε τὸ μέτρον τοῦ πάθουσ ἐκέλευεν ἰᾶσθαι καὶ τὸ ὅμοιον ἐκχέαι φάρμακον οἰέται ^ γὰρ ἓν εἶναι μανίασ εἶδοσ καὶ μίαν τὴν νόσον καὶ τἀρρώστημα ταὐτὸν καὶ παραπλησίαν τὴν θεραπείαν δεχόμενον. (Lucian, Abdicatus, (no name) 7:1)

    (루키아노스, Abdicatus, (no name) 7:1)

유의어

  1. pertaining to magical arts

유사 형태

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION