헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

εὔτολμος

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: εὔτολμος εὔτολμον

형태분석: εὐτολμ (어간) + ος (어미)

어원: to/lma

  1. 용감한, 용맹한, 남자다운
  1. brave-spirited, courageous

곡용 정보

1/2군 변화
남/여성 중성
단수주격 εύ̓τολμος

용감한 (이)가

εύ̓τολμον

용감한 (것)가

속격 εὐτόλμου

용감한 (이)의

εὐτόλμου

용감한 (것)의

여격 εὐτόλμῳ

용감한 (이)에게

εὐτόλμῳ

용감한 (것)에게

대격 εύ̓τολμον

용감한 (이)를

εύ̓τολμον

용감한 (것)를

호격 εύ̓τολμε

용감한 (이)야

εύ̓τολμον

용감한 (것)야

쌍수주/대/호 εὐτόλμω

용감한 (이)들이

εὐτόλμω

용감한 (것)들이

속/여 εὐτόλμοιν

용감한 (이)들의

εὐτόλμοιν

용감한 (것)들의

복수주격 εύ̓τολμοι

용감한 (이)들이

εύ̓τολμα

용감한 (것)들이

속격 εὐτόλμων

용감한 (이)들의

εὐτόλμων

용감한 (것)들의

여격 εὐτόλμοις

용감한 (이)들에게

εὐτόλμοις

용감한 (것)들에게

대격 εὐτόλμους

용감한 (이)들을

εύ̓τολμα

용감한 (것)들을

호격 εύ̓τολμοι

용감한 (이)들아

εύ̓τολμα

용감한 (것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἡ δὲ περὶ τὸν Κατιλίναν συνωμοσία πτήξασα καὶ καταδείσασα τὴν ἀρχήν αὖθισ ἀνεθάρρει, καὶ συνῆγον ἀλλήλουσ καὶ παρεκάλουν εὐτολμότερον ἅπτεσθαι τῶν πραγμάτων πρὶν ἐπανελθεῖν Πομπήϊον ἤδη λεγόμενον ὑποστρέφειν μετὰ τῆσ δυνάμεωσ. (Plutarch, Cicero, chapter 14 1:1)

    (플루타르코스, Cicero, chapter 14 1:1)

  • ὅθεν ἐπ’ ἐλπίδοσ μεγάλησ ἑκατέρων γενομένων οἱ προϊστάμενοι προσέκειντο τῷ Σόλωνι τυραννίδα προξενοῦντεσ καὶ ἀναπείθοντεσ εὐτολμότερον ἅψασθαι τῆσ πόλεωσ ἐγκρατῆ γενόμενον. (Plutarch, , chapter 14 3:1)

    (플루타르코스, , chapter 14 3:1)

  • φρενῖτισ γὰρ εὔτρεπτον ἐσ συγκοπὴν κακόν· ἢν δὲ πολυπληθὴσ ὁ νοσέων ἐῄ, καὶ νεηνίησ, καὶ ἐξ ἀδηφαγίησ καὶ οἰνοφλυγίησ,‐‐οἵδε οὐ τῆσ φρενίτιδοσ ἐάσι οἱ λογισμοὶ,‐‐ ἀλλὰ καὶ ἄνευ παραφορῆσ πολλὸν τουτέων ἀφαιρέειν αἷμα· πολλὸν δὲ μεῖον ἀφαιρέειν, ἢν οἵδε ἐώσι οἱ φρενιτικοί · τάμνειν δὲ φλέβα τουτέων εὐτολμότερον, ἢν ἐξ ὑποχονδρίων καὶ μὴ ἀπὸ κεφαλῆσ ἡ νοῦσοσ ᾖ. (Aretaeus, The Extant Works of Aretaeus, The Cappadocian., ARETAIOU KAPPADOKOU OCEWN NOUSWN QERAPEUTIKON, 21)

    (아레타이오스, The Extant Works of Aretaeus, The Cappadocian., ARETAIOU KAPPADOKOU OCEWN NOUSWN QERAPEUTIKON, 21)

  • εὐτολμότερον δὲ ἢν ἀρχῆθεν ἡ νοῦσοσ εἰσβάλλῃ. (Aretaeus, The Extant Works of Aretaeus, The Cappadocian., ARETAIOU KAPPADOKOU OCEWN NOUSWN QERAPEUTIKON, 116)

    (아레타이오스, The Extant Works of Aretaeus, The Cappadocian., ARETAIOU KAPPADOKOU OCEWN NOUSWN QERAPEUTIKON, 116)

  • Καὶ ἢν ἐκ τῶνδε μικρὸν ἀνέγρηται ὁ ἄνθρωποσ, ἢ κινεόμενοσ τοῖσι πυρετοῖσι, ἢ αἰσθανόμενοσ ἀπὸ τῆσ ἀναισθησίησ, ἢ εὐσφυξίη γένοιτο, ἢ ὅλωσ τὸ πρόσωπον εὔσημον ᾖ, εὐέλπιν χρὴ ἔμμεναι, ἠδ’ ἀρήγειν εὐτολμότερον. (Aretaeus, The Extant Works of Aretaeus, The Cappadocian., ARETAIOU KAPPADOKOU OCEWN NOUSWN QERAPEUTIKON, 162)

    (아레타이오스, The Extant Works of Aretaeus, The Cappadocian., ARETAIOU KAPPADOKOU OCEWN NOUSWN QERAPEUTIKON, 162)

유의어

  1. 용감한

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION