- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

εὐάγωγος?

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: euagōgos 고전 발음: [에와고:고] 신약 발음: [에와고고]

기본형: εὐάγωγος εὐάγωγον

형태분석: εὐαγωγ (어간) + ος (어미)

어원: ἀγωγή

  1. 두들겨 펼 수 있는, 가소성의, 전성이 있는
  1. easy to lead, easily led, ductile

곡용 정보

1/2군 변화
남/여성 중성
단수주격 εὐάγωγος

두들겨 펼 수 있는 (이)가

εὐάγωγον

두들겨 펼 수 있는 (것)가

속격 εὐαγώγου

두들겨 펼 수 있는 (이)의

εὐαγώγου

두들겨 펼 수 있는 (것)의

여격 εὐαγώγῳ

두들겨 펼 수 있는 (이)에게

εὐαγώγῳ

두들겨 펼 수 있는 (것)에게

대격 εὐάγωγον

두들겨 펼 수 있는 (이)를

εὐάγωγον

두들겨 펼 수 있는 (것)를

호격 εὐάγωγε

두들겨 펼 수 있는 (이)야

εὐάγωγον

두들겨 펼 수 있는 (것)야

쌍수주/대/호 εὐαγώγω

두들겨 펼 수 있는 (이)들이

εὐαγώγω

두들겨 펼 수 있는 (것)들이

속/여 εὐαγώγοιν

두들겨 펼 수 있는 (이)들의

εὐαγώγοιν

두들겨 펼 수 있는 (것)들의

복수주격 εὐάγωγοι

두들겨 펼 수 있는 (이)들이

εὐάγωγα

두들겨 펼 수 있는 (것)들이

속격 εὐαγώγων

두들겨 펼 수 있는 (이)들의

εὐαγώγων

두들겨 펼 수 있는 (것)들의

여격 εὐαγώγοις

두들겨 펼 수 있는 (이)들에게

εὐαγώγοις

두들겨 펼 수 있는 (것)들에게

대격 εὐαγώγους

두들겨 펼 수 있는 (이)들을

εὐάγωγα

두들겨 펼 수 있는 (것)들을

호격 εὐάγωγοι

두들겨 펼 수 있는 (이)들아

εὐάγωγα

두들겨 펼 수 있는 (것)들아

원급 비교급 최상급
형용사 εὐάγωγος

εὐαγώγου

두들겨 펼 수 있는 (이)의

εὐαγωγότερος

εὐαγωγοτέρου

더 두들겨 펼 수 있는 (이)의

εὐαγωγότατος

εὐαγωγοτάτου

가장 두들겨 펼 수 있는 (이)의

부사 εὐαγώγως

εὐαγωγότερον

εὐαγωγότατα

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • εἰ γὰρ μὴ ὁ γενναιότατος οὗτος, ὁ τὸ ξύλον, συνήργησέ μοι καὶ συλλαβόντες αὐτὸν ἐδήσαμεν, κἂν ᾤχετο ἡμᾶς ἀποφυγών ἀφ οὗ γάρ μοι παρέδωκεν αὐτὸν ἡ Ἄτροπος, παρ ὅλην τὴν ὁδὸν ἀντέτεινε καὶ ἀντέσπα, καὶ τὼ πόδε ἀντερείδων πρὸς τὸ ἔδαφος οὐ παντελῶς εὐάγωγος ἦν: (Lucian, Cataplus, (no name) 4:2)

    (루키아노스, Cataplus, (no name) 4:2)

  • τὰ μὲν ἀμφὶ τὴν κόμην καὶ μέτωπον ὀφρύων τε τὸ εὔγραμμον ἐάσει ἔχειν ὥσπερ ὁ Πραξιτέλης ἐποίησεν, καὶ τῶν ὀφθαλμῶν δὲ τὸ ὑγρὸν ἅμα τῷ φαιδρῷ καὶ κεχαρισμένῳ, καὶ τοῦτο διαφυλάξει κατὰ τὸ Πραξιτέλει δοκοῦν τὰ μῆλα δὲ καὶ ὅσα τῆς ὄψεως ἀντωπὰ παρ Ἀλκαμένους καὶ τῆς ἐν κήποις λήψεται, καὶ προσέτι χειρῶν ἄκρα καὶ καρπῶν τὸ εὔρυθμον καὶ δακτύλων τὸ εὐάγωγον εἰς λεπτὸν ἀπολῆγον παρὰ τῆς ἐν κήποις καὶ ταῦτα. (Lucian, Imagines, (no name) 6:2)

    (루키아노스, Imagines, (no name) 6:2)

  • δέχῃ τοίνυν τὸν χαλινὸν μύσας καὶ τὰ πρῶτα εὐάγωγος εἶ πρὸς αὐτὸν οὐ πάνυ περισπῶντα οὐδὲ ὀξέως νύττοντα, μέχρι ἂν λάθῃς τέλεον αὐτῷ συνήθης γενόμενος. (Lucian, De mercede, (no name) 21:2)

    (루키아노스, De mercede, (no name) 21:2)

  • ἐγὼ δὲ ἐνενόουν μεταξὺ οἱοῖ ὄντες αὐτοὶ νέοις τε ὁμιλοῦσιν, ἐπὶ σοφίᾳ καὶ ὑπὸ πολλῶν θαυμάζονται, μόνῃ τῇ πολιᾷ καὶ τῷ πώγωνι διαφέροντες τῶν βρεφῶν, τὰ δ ἄλλα καὶ αὐτῶν ἐκείνων εὐαγωγότεροι πρὸς τὸ ψεῦδος. (Lucian, Philopsuedes sive incredulus, (no name) 21:2)

    (루키아노스, Philopsuedes sive incredulus, (no name) 21:2)

  • μετὰ δὲ τὸ προοίμιον, ἀνάλογον τοῖς πράγμασιν ἢ μηκυνόμενον ἢ βραχυνόμενον, εὐαφὴς καὶ εὐάγωγος ἔστω ἡ ἐπὶ τὴν διήγησιν μετάβασις: (Lucian, Quomodo historia conscribenda sit, chapter 551)

    (루키아노스, Quomodo historia conscribenda sit, chapter 551)

  • ταῦτα δ ἐστὶ διότι πᾶς ὄχλος εὐπαραλόγιστος ὑπάρχει καὶ πρὸς πᾶν εὐάγωγος. (Polybius, Histories, book 11, chapter 29 9:1)

    (폴리비오스, Histories, book 11, chapter 29 9:1)

관련어

명사

형용사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION