- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἐπίκουρος?

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: epikouros 고전 발음: [에삐꾸:로] 신약 발음: [애삐꾸로]

기본형: ἐπίκουρος ἐπίκουρος ἐπίκουρον

형태분석: ἐπικουρ (어간) + ος (어미)

  1. 동맹
  1. assisting, aiding
  2. defending
  3. (masculine substantive) helper, ally, assister
  4. (masculine substantive) mercenary, hireling

곡용 정보

1/2군 변화
남/여성 중성
단수주격 ἐπίκουρος

(이)가

ἐπίκουρον

(것)가

속격 ἐπικούρου

(이)의

ἐπικούρου

(것)의

여격 ἐπικούρῳ

(이)에게

ἐπικούρῳ

(것)에게

대격 ἐπίκουρον

(이)를

ἐπίκουρον

(것)를

호격 ἐπίκουρε

(이)야

ἐπίκουρον

(것)야

쌍수주/대/호 ἐπικούρω

(이)들이

ἐπικούρω

(것)들이

속/여 ἐπικούροιν

(이)들의

ἐπικούροιν

(것)들의

복수주격 ἐπίκουροι

(이)들이

ἐπίκουρα

(것)들이

속격 ἐπικούρων

(이)들의

ἐπικούρων

(것)들의

여격 ἐπικούροις

(이)들에게

ἐπικούροις

(것)들에게

대격 ἐπικούρους

(이)들을

ἐπίκουρα

(것)들을

호격 ἐπίκουροι

(이)들아

ἐπίκουρα

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • δεῦρο, τέκος Πριάμοιο, Διὸς παράκοιτιν ἐάσας καὶ θαλάμων βασίλειαν ἀτιμήσας Ἀφροδίτην ἠνορέης ἐπίκουρον ἐπαινήσειας Ἀθήνην. (Colluthus, Rape of Helen, book 170)

    (콜루토스, Rape of Helen, book 170)

  • ἄρτι μὲν Ἰδαίων ὀρέων ἠλλάξατο πόντον καὶ λεχέων ἐπίκουρον ἐφεσπομένην Ἀφροδίτην πολλάκις ἀκταίοισιν ἱλασσάμενος θυέεσσιν ἔπλεεν Ἑλλήσποντον ἐπ εὐρέα νῶτα θαλάσσης, τῷ δὲ πολυτλήτων σημήια φαίνετο μόχθων. (Colluthus, Rape of Helen, book 1106)

    (콜루토스, Rape of Helen, book 1106)

  • ἢν γάρ τί που καὶ μικρὸν ἐπινυστάσωμεν, ἀληθὴς εὐθὺς ὁ Ἐπίκουρος, ἀπρονοήτους ἡμᾶς ἀποφαίνων τῶν ἐπὶ γῆς πραγμάτων. (Lucian, Bis accusatus sive tribunalia, (no name) 2:7)

    (루키아노스, Bis accusatus sive tribunalia, (no name) 2:7)

  • ἀκούω ^ δὲ ἔγωγε ὡς οὐδὲ αὐτὴ παρεσκεύασται ποιήσασθαι τοὺς λόγους, ἀλλὰ τὸν Ἐπίκουρον ἀναβιβάσεται συναγορεύσοντα: (Lucian, Bis accusatus sive tribunalia, (no name) 20:8)

    (루키아노스, Bis accusatus sive tribunalia, (no name) 20:8)

  • πλὴν ἀλλὰ ὑμεῖς γε τοῦ ὁρ´κου μνημονεύσαντες ψηφίσασθε ἤδη τὰ εὐόρκα μὴ πιστεύσαντες Ἐπικούρῳ λέγοντι μηδὲν ἐπισκοπεῖν τῶν παρ ἡμῖν γιγνομένων τοὺς θεούς. (Lucian, Bis accusatus sive tribunalia, (no name) 20:15)

    (루키아노스, Bis accusatus sive tribunalia, (no name) 20:15)

  • Ἐπίκουρος ὑπὲρ τῆς Ἡδονῆς λέγε. (Lucian, Bis accusatus sive tribunalia, (no name) 20:17)

    (루키아노스, Bis accusatus sive tribunalia, (no name) 20:17)

  • ἡδονὴ πᾶσιν ἐχθρὸν τῷ λόγῳ καὶ ὁ Ἐπίκουρος πολέμιος, ἔργῳ δὲ διὰ ταύτην ἅπαντα πράττουσιν. (Lucian, Fugitivi, (no name) 19:6)

    (루키아노스, Fugitivi, (no name) 19:6)

  • ἐρομένου γάρ τινος τί πράττει ἐν Αἵδου ὁ Ἐπίκουρος · (Lucian, Alexander, (no name) 25:3)

    (루키아노스, Alexander, (no name) 25:3)

  • ὁ δὲ ἄτεγκτος Ἐπίκουρος - οὕτως γὰρ αὐτὸν ὠνόμαζεν - ἔχθιστος δικαίως, πάντα ταῦτα ἐν γέλωτι καὶ παιδιᾷ τιθέμενος. (Lucian, Alexander, (no name) 25:10)

    (루키아노스, Alexander, (no name) 25:10)

유의어

  1. assisting

  2. defending

  3. 동맹

  4. mercenary

관련어

명사

형용사

동사

유사 형태

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION