- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἐλάσσων?

3군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: elassōn 고전 발음: [엘라손:] 신약 발음: [앨라손]

기본형: ἐλάσσων ἐλάσσων ἔλασσον

형태분석: ἐλασσων (어간)

  1. comparative degree of μικρός ‎(mikrós)

곡용 정보

3군 변화
남/여성 중성
단수주격 ἐλάσσων

(이)가

ἔλασσον

(것)가

속격 ἐλάσσονος

(이)의

ἐλάσσονος

(것)의

여격 ἐλάσσονι

(이)에게

ἐλάσσονι

(것)에게

대격 ἐλάσσονα

(이)를

ἔλασσον

(것)를

호격 ἐλάσσον

(이)야

ἔλασσον

(것)야

쌍수주/대/호 ἐλάσσονε

(이)들이

ἐλάσσονε

(것)들이

속/여 ἐλασσόνοιν

(이)들의

ἐλασσόνοιν

(것)들의

복수주격 ἐλάσσονες

(이)들이

ἐλάσσονα

(것)들이

속격 ἐλασσόνων

(이)들의

ἐλασσόνων

(것)들의

여격 ἐλάσσοσι(ν)

(이)들에게

ἐλάσσοσι(ν)

(것)들에게

대격 ἐλάσσονας

(이)들을

ἐλάσσονα

(것)들을

호격 ἐλάσσονες

(이)들아

ἐλάσσονα

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • καὶ μὴν ἀκούω μυριάδας τὸν Ἅρπαλον αὐτοῖσι τῶν Ἀγῆνος οὐκ ἐλάσσονας σίτου διαπέμψαι καὶ πολίτην γεγονέναι. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 13, book 13, chapter 68 3:7)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 13, book 13, chapter 68 3:7)

  • τέλος δὲ καὶ νόσου τῷ λιμῷ συνεπιτιθεμένης, ὥσπερ εἰώθεν, ἐπὶ βρώσεις ἀναγκαίας τρεπομένων, τοὺς πάντας οὐκ ἐλάσσονας ὀκτακισχιλίων ἀποβαλὼν ἀνῆγεν ὀπίσω τοὺς λοιπούς: (Plutarch, Demetrius, chapter 47 1:1)

    (플루타르코스, Demetrius, chapter 47 1:1)

  • Διονύσιος μὲν οὖν ὀλίγῳ τῶν πεντακισχιλίων καὶ μυρίων ἐλάσσονας πεσεῖν ἱστορεῖ Ῥωμαίων, Ιἑρώνυμος δὲ μόνους ἑπτακισχιλίους, τῶν δὲ περὶ Πύρρον ὁ μὲν Διονύσιος μυρίους καὶ τρισχιλίους, ὁ δὲ Ιἑρώνυμος ἐλάττονας τῶν τετρακισχιλίων: (Plutarch, chapter 17 4:1)

    (플루타르코스, chapter 17 4:1)

  • Καὶ ἐὰν εἰς δύο εὐθείας εὐθεῖα ἐμπίπτουσα τὰς ἐντὸς καὶ ἐπὶ τὰ αὐτὰ μέρη γωνίας δύο ὀρθῶν ἐλάσσονας ποιῇ, ἐκβαλλομένας τὰς δύο εὐθείας ἐπ ἄπειρον συμπίπτειν, ἐφ ἃ μέρη εἰσὶν αἱ τῶν δύο ὀρθῶν ἐλάσσονες. (Euclid, Elements, book 1, type Post5)

    (유클리드, Elements, book 1, type Post5)

  • δεῖ δὴ τὰς τρεῖς τεσσάρων ὀρθῶν ἐλάσσονας εἶναι. (Euclid, Elements, book 11, type Prop365)

    (유클리드, Elements, book 11, type Prop365)

유의어

  1. comparative degree of μικρός ‎

관련어

명사

형용사

동사

수사

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION