헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἐλαφρός

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἐλαφρός ἐλαφρή ἐλαφρόν

형태분석: ἐλαφρ (어간) + ος (어미)

어원: e)lafro/s

  1. 가벼운, 부주의한
  2. 쉬운, 가벼운, 편안한, 부담되지 않는, 밝은, 편한, 쉽게 움직이는
  3. 적극적, 활동적인, 잽싼, 바쁜, 부지런한
  4. 부주의한, 애매한, 둔한
  1. lightly, buoyantly
  2. light to bear, not burdensome, easy, light, easy, light
  3. light in moving, nimble, active, light troops
  4. lightminded, thoughtless

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 ἐλαφρός

가벼운 (이)가

ἐλαφρᾱ́

가벼운 (이)가

ἐλαφρόν

가벼운 (것)가

속격 ἐλαφροῦ

가벼운 (이)의

ἐλαφρᾶς

가벼운 (이)의

ἐλαφροῦ

가벼운 (것)의

여격 ἐλαφρῷ

가벼운 (이)에게

ἐλαφρᾷ

가벼운 (이)에게

ἐλαφρῷ

가벼운 (것)에게

대격 ἐλαφρόν

가벼운 (이)를

ἐλαφρᾱ́ν

가벼운 (이)를

ἐλαφρόν

가벼운 (것)를

호격 ἐλαφρέ

가벼운 (이)야

ἐλαφρᾱ́

가벼운 (이)야

ἐλαφρόν

가벼운 (것)야

쌍수주/대/호 ἐλαφρώ

가벼운 (이)들이

ἐλαφρᾱ́

가벼운 (이)들이

ἐλαφρώ

가벼운 (것)들이

속/여 ἐλαφροῖν

가벼운 (이)들의

ἐλαφραῖν

가벼운 (이)들의

ἐλαφροῖν

가벼운 (것)들의

복수주격 ἐλαφροί

가벼운 (이)들이

ἐλαφραί

가벼운 (이)들이

ἐλαφρά

가벼운 (것)들이

속격 ἐλαφρῶν

가벼운 (이)들의

ἐλαφρῶν

가벼운 (이)들의

ἐλαφρῶν

가벼운 (것)들의

여격 ἐλαφροῖς

가벼운 (이)들에게

ἐλαφραῖς

가벼운 (이)들에게

ἐλαφροῖς

가벼운 (것)들에게

대격 ἐλαφρούς

가벼운 (이)들을

ἐλαφρᾱ́ς

가벼운 (이)들을

ἐλαφρά

가벼운 (것)들을

호격 ἐλαφροί

가벼운 (이)들아

ἐλαφραί

가벼운 (이)들아

ἐλαφρά

가벼운 (것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • καὶ οὗτοι καλοῦνται ἐλαφροί. (Arrian, chapter 4 9:2)

    (아리아노스, chapter 4 9:2)

  • ὡσ δ’ ἦν ἡμέρα, διώκων ἐξήπτετο τῶν ἐσχάτων, καὶ συμπλοκαὶ περὶ τὰσ δυσχωρίασ ἐγίνοντο καὶ θόρυβοσ ἦν πολύσ, ἑώσ παρ’ Ἀννίβου τῶν ὀρειβατεῖν δεινῶν Ἰβήρων ἄνδρεσ ἐλαφροὶ καὶ ποδώκεισ πεμφθέντεσ ἀπὸ τοῦ στόματοσ εἰσ βαρεῖσ ὁπλίτασ τοὺσ Ῥωμαίουσ ἐνέβαλον, καὶ διαφθείραντεσ οὐκ ὀλίγουσ ἀπέστρεψαν τὸν Φάβιον. (Plutarch, Fabius Maximus, chapter 7 1:2)

    (플루타르코스, Fabius Maximus, chapter 7 1:2)

  • "τὸ δ’ ἡδέωσ ζῆν ἂν ἅπτωνται πλείονα περὶ τούτου λέγειν οὐκ ἐῶσιν ἡμᾶσ, ὁμολογοῦντεσ αὐτοὶ μικρὸν εἶναι τὸ τῆσ σαρκὸσ ἡδύ, μᾶλλον δ’ ἀκαρέσ, εἴ γε δὴ μὴ κενολογοῦσι μηδ’ ἀλαζονεύονται, Μητρόδωροσ μὲν λέγων ὅτι πολλάκισ προσεπτύσαμεν ταῖσ τοῦ σώματοσ ἡδοναῖσ, Ἐπίκουροσ δὲ καὶ γελᾶν φησι ταῖσ ὑπερβολαῖσ τοῦ περὶ τὸ σῶμα νοσήματοσ πολλάκισ κάμνοντα τὸν σοφόν οἷσ οὖν οἱ πόνοι τοῦ σώματοσ οὕτωσ εἰσὶν ἐλαφροὶ καὶ ῥᾴδιοι, πῶσ ἔνεστί τι ταῖσ ἡδοναῖσ ἀξιόλογον; (Plutarch, Non posse suaviter vivi secundum Epicurum, section 317)

    (플루타르코스, Non posse suaviter vivi secundum Epicurum, section 317)

  • εἰσὶ γὰρ ἐλαφροί, ἀδύνατοι δέ. (Xenophon, Minor Works, , chapter 5 17:3)

    (크세노폰, Minor Works, , chapter 5 17:3)

  • τελευτήσαντεσ δὲ δὴ ὑπόπτεροι καὶ ἐλαφροὶ γεγονότεσ τῶν τριῶν παλαισμάτων τῶν ὡσ ἀληθῶσ Ὀλυμπιακῶν ἓν νενικήκασιν, οὗ μεῖζον ἀγαθὸν οὔτε σωφροσύνη ἀνθρωπίνη οὔτε θεία μανία δυνατὴ πορίσαι ἀνθρώπῳ. (Plato, Parmenides, Philebus, Symposium, Phaedrus, 200:1)

    (플라톤, Parmenides, Philebus, Symposium, Phaedrus, 200:1)

유의어

  1. 쉬운

  2. 적극적

관련어

유사 형태

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION