- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἔξω?

부사; 자동번역 로마알파벳 전사: exō 고전 발음: [엑소:] 신약 발음: [액소]

기본형: ἔξω

어원: ἐξ의 부사형, as εἴσω of εἰς

  1. 없이
  1. out, out of
  2. outside
  3. (governs the genitive) without, except
  4. (adjectival) outer, external or foreign

예문

  • καὶ εἶδε Χὰμ ὁ πατὴρ Χαναὰν τὴν γύμνωσιν τοῦ πατρὸς αὐτοῦ καὶ ἐξελθὼν ἀνήγγειλε τοῖς δυσὶν ἀδελφοῖς αὐτοῦ ἔξω. (Septuagint, Liber Genesis 9:22)

    (70인역 성경, 창세기 9:22)

  • ἐξήγαγε δὲ αὐτὸν ἔξω καὶ εἶπεν αὐτῷ. ἀνάβλεψον δὴ εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἀρίθμησον τοὺς ἀστέρας, εἰ δυνήσῃ ἐξαριθμῆσαι αὐτούς. καὶ εἶπεν. οὕτως ἔσται τὸ σπέρμα σου. (Septuagint, Liber Genesis 15:5)

    (70인역 성경, 창세기 15:5)

  • καὶ ἐγένετο, ἡνίκα ἐξήγαγον αὐτοὺς ἔξω καὶ εἶπαν. σῴζων σῷζε τὴν σεαυτοῦ ψυχήν. μὴ περιβλέψῃ εἰς τὰ ὀπίσω, μηδὲ στῇς ἐν πάσῃ τῇ περιχώρῳ. εἰς τὸ ὄρος σῴζου, μήποτε συμπαραληφθῇς. (Septuagint, Liber Genesis 19:17)

    (70인역 성경, 창세기 19:17)

  • καὶ ἐκοίμισε τὰς καμήλους ἔξω τῆς πόλεως παρὰ τὸ φρέαρ τοῦ ὕδατος τὸ πρὸς ὀψέ, ἡνίκα ἐκπορεύονται αἱ ὑδρευόμεναι. (Septuagint, Liber Genesis 24:11)

    (70인역 성경, 창세기 24:11)

  • τῇ δὲ Ρεβέκκᾳ ἀδελφὸς ἦν ᾧ ὄνομα Λάβαν. καὶ ἔδραμε Λάβαν πρὸς τὸν ἄνθρωπον ἔξω ἐπὶ τὴν πηγήν. (Septuagint, Liber Genesis 24:29)

    (70인역 성경, 창세기 24:29)

유의어

  1. outside

  2. 없이

관련어

명사

형용사

동사

부사

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION