헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

βάρος

3군 변화 명사; 중성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: βάρος βάρεος

형태분석: βαρο (어간) + ς (어미)

어원: baru/s

  1. 부담, 짐, 무게, 추
  2. 슬픔, 비애, 비통
  3. 힘, 능력, 영향, 세력
  1. weight, burden, load
  2. grief, sorrow
  3. plenty
  4. dignity, influence, power

곡용 정보

3군 변화
단수 쌍수 복수
주격 βάρος

부담이

βάρει

부담들이

βάρη

부담들이

속격 βάρους

부담의

βάροιν

부담들의

βαρέων

부담들의

여격 βάρει

부담에게

βάροιν

부담들에게

βάρεσιν*

부담들에게

대격 βάρος

부담을

βάρει

부담들을

βάρη

부담들을

호격 βάρος

부담아

βάρει

부담들아

βάρη

부담들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • καὶ ἐπέστρεψαν καὶ ἀπῆλθαν. καὶ ἔθηκαν τὰ τέκνα καὶ τὴν κτῆσιν καὶ τὸ βάροσ ἔμπροσθεν αὐτῶν. (Septuagint, Liber Iudicum 18:21)

    (70인역 성경, 판관기 18:21)

  • Τότε ὁ βασιλεὺσ Δαρεῖοσ προσέταξεν ἐπισκέψασθαι ἐν τοῖσ βιβλιοφυλακίοισ τοῖσ κειμένοισ ἐν Βαβυλῶνι, και εὑρέθη ἐν Ἐκβατάνοισ τῇ βάρει τῇ ἐν Μηδίᾳ χώρᾳ τόμοσ εἷσ, ἐν ᾧ ὑπομνημάτιστο τάδε. (Septuagint, Liber Esdrae I 6:22)

    (70인역 성경, 에즈라기 6:22)

  • καὶ εὑρέθη ἐν πόλει ἐν τῇ βάρει κεφαλὶσ μία, καὶ τοῦτο ἦν γεγραμμένον ἐν αὐτῇ ὑπόμνημα. (Septuagint, Liber Esdrae II 6:2)

    (70인역 성경, Liber Esdrae II 6:2)

  • οἱ δὲ υἱοὶ Ἰσραήλ, ὡσ εἶδον αὐτῶν τὸ πλῆθοσ, ἐταράχθησαν σφόδρα καὶ εἶπεν ἕκαστοσ πρὸσ τὸν πλησίον αὐτοῦ. νῦν ἐκλείξουσιν οὖτοι τὸ πρόσωπον τῆσ γῆσ πάσησ, καὶ οὔτε τὰ ὄρη τὰ ὑψηλὰ οὔτε αἱ φάραγγεσ οὔτε οἱ βουνοὶ ὑποστήσονται τὸ βάροσ αὐτῶν. (Septuagint, Liber Iudith 7:4)

    (70인역 성경, 유딧기 7:4)

  • καὶ τὸν μικρῷ πρότερον τῶν οὐρανίων ἄστρων ἅπτεσθαι δοκοῦντα παρακομίζειν οὐδεὶσ ἐδύνατο διὰ τὸ τῆσ ὀσμῆσ ἀφόρητον βάροσ. (Septuagint, Liber Maccabees II 9:10)

    (70인역 성경, Liber Maccabees II 9:10)

  • βάροσ ὑπὲρ σὲ μὴ ἄρῃσ, καὶ ἰσχυροτέρῳ σου καὶ πλουσιωτέρῳ μὴ κοινώνει. τί κοινωνήσει χύτρα πρὸσ λέβητα̣ αὕτη προσκρούσει, καὶ αὕτη συντριβήσεται. (Septuagint, Liber Sirach 13:2)

    (70인역 성경, Liber Sirach 13:2)

  • καὶ οὗτοσ μὲν ἀνασπασθεὶσ ἄνω μετέωρόσ ἐστι καὶ μετὰ μικρὸν καταπεσών, ἀπορραγέντοσ τοῦ λίνου ἐπειδὰν μηκέτι ἀντέχῃ πρὸσ τὸ βάροσ, μέγαν τὸν ψόφον ἐργάσεται, οὗτοσ δὲ ὀλίγον ἀπὸ γῆσ αἰωρούμενοσ, ἢν καὶ πέσῃ, ἀψοφητὶ κείσεται,^ μόλισ καὶ τοῖσ γείτοσιν ἐξακουσθέντοσ τοῦ πτώματοσ. (Lucian, Contemplantes, (no name) 16:8)

    (루키아노스, Contemplantes, (no name) 16:8)

유의어

  1. 부담

  2. 슬픔

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION