αὖτε
Adverb;
자동번역
Transliteration:
Principal Part:
αὖτε
Etym.: au)=, te, - where te is otiose, as in o(/ste
Sense
- again
- again, furthermore, next
- on the other hand, on the contrary
- τὸν δ’ αὖτε προσέειπεν ἀμώμητοσ Ιὄλαοσ· (Hesiod, Shield of Heracles, Book Sh. 8:1)
- τοὶ δ’ αὖτε μάχην ἔχον. (Hesiod, Shield of Heracles, Book Sh. 25:2)
- δ’ ᾆξ’ αὖτε θατήρων ἐλαίῳ φάρε[’ ἐσ εὔθροο]ν ἐμπίτνων ὅμιλον, τετρ[αέλικτο]ν ἐπεὶ κάμ[ψεν δρό]μον. (Bacchylides, , epinicians, ode 10 3:3)
- αὐτῆσ ὧν ἐθέλει, τοὺσ δ’ αὖτε καὶ ὑπνώοντασ ἐγείρει, τοῦτο ἀτεχνῶσ ὄρχησισ ποιεῖ καὶ τὰ ὄμματα θέλγουσα καὶ ἐγρηγορέναι ποιοῦσα καὶ ἐπεγείρουσα τὴν διάνοιαν πρὸσ ἕκαστα τῶν δρωμένων. (Lucian, De saltatione, (no name) 85:4)
- καὶ τοῦτο γέρασ βασιλήιον ἔσχον ‐ , δεύτερον αὖτε γένοσ πολὺ χειρότερον μετόπισθεν ἀργύρεον ποίησαν Ὀλύμπια δώματ’ ἔχοντεσ, χρυσέῳ οὔτε φυὴν ἐναλίγκιον οὔτε νόημα. (Hesiod, Works and Days, Book WD 17:2)