Ancient Greek-English Dictionary Language

ἀσύμμετρος

First/Second declension Adjective; 자동번역 Transliteration:

Principal Part: ἀσύμμετρος

Structure: ἀσυμμετρ (Stem) + ος (Ending)

Sense

  1. having no common measure, with
  2. unsymmetrical, disproportionate

Examples

  • καίτοι τὴν δύναμιν αὐτοῦ σαφῶσ μὲν ὁ Θουκυδίδησ διηγεῖται, κακοήθωσ δὲ παρεμφαίνουσιν οἱ κωμικοί, Πεισιστρατίδασ μὲν νέουσ τοὺσ περὶ αὐτὸν ἑταίρουσ καλοῦντεσ, αὐτὸν δ’ ἀπομόσαι μὴ τυραννήσειν κελεύοντεσ, ὡσ ἀσυμμέτρου πρὸσ δημοκρατίαν καὶ βαρυτέρασ περὶ αὐτὸν οὔσησ ὑπεροχῆσ· (Plutarch, , chapter 16 1:1)
  • καὶ ἐὰν ἡ πρώτη τῆσ δευτέρασ μεῖζον δύνηται τῷ ἀπὸ ἀσυμμέτρου ἑαυτῇ [μήκει], καὶ ἡ τρίτη τῆσ τετάρτησ μεῖζον δυνήσεται τῷ ἀπὸ ἀσυμμέτρου ἑαυτῇ [μήκει]. (Euclid, Elements, book 10, type Prop 1273)
  • Εἂν ὦσι δύο εὐθεῖαι ἄνισοι, τῷ δὲ τετάρτῳ μέρει τοῦ ἀπὸ τῆσ ἐλάσσονοσ ἴσον παρὰ τὴν μείζονα παραβληθῇ ἐλλεῖπον εἴδει τετραγώνῳ, καὶ εἰσ ἀσύμμετρα αὐτὴν διαιρῇ [μήκει], ἡ μείζων τῆσ ἐλάσσονοσ μεῖζον δυνήσεται τῷ ἀπὸ ἀσυμμέτρου ἑαυτῇ. (Euclid, Elements, book 10, type Prop 1374)
  • καὶ ἐὰν ἡ μείζων τῆσ ἐλάσσονοσ μεῖζον δύνηται τῷ ἀπὸ ἀσυμμέτρου ἑαυτῇ, τῷ δὲ τετάρτῳ τοῦ ἀπὸ τῆσ ἐλάσσονοσ ἴσον παρὰ τὴν μείζονα παραβληθῇ ἐλλεῖπον εἴδει τετραγώνῳ, εἰσ ἀσύμμετρα αὐτὴν διαιρεῖ [μήκει]. (Euclid, Elements, book 10, type Prop 1375)

Synonyms

  1. having no common measure

Related

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION