헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἄπιστος

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἄπιστος ἄπιστος ἄπιστον

형태분석: ἀ (접두사) + πιστ (어간) + ος (어미)

  1. 신뢰할 수 없는, 속이는, 근거없는, 속임수의, 의미없는
  2. 대단한, 믿어지지 않는
  1. not to be trusted, (of persons and their acts) untrustworthy, faithless, groundless
  2. (of reports and the like) incredible

곡용 정보

1/2군 변화
남/여성 중성
단수주격 ά̓πιστος

신뢰할 수 없는 (이)가

ά̓πιστον

신뢰할 수 없는 (것)가

속격 ἀπίστου

신뢰할 수 없는 (이)의

ἀπίστου

신뢰할 수 없는 (것)의

여격 ἀπίστῳ

신뢰할 수 없는 (이)에게

ἀπίστῳ

신뢰할 수 없는 (것)에게

대격 ά̓πιστον

신뢰할 수 없는 (이)를

ά̓πιστον

신뢰할 수 없는 (것)를

호격 ά̓πιστε

신뢰할 수 없는 (이)야

ά̓πιστον

신뢰할 수 없는 (것)야

쌍수주/대/호 ἀπίστω

신뢰할 수 없는 (이)들이

ἀπίστω

신뢰할 수 없는 (것)들이

속/여 ἀπίστοιν

신뢰할 수 없는 (이)들의

ἀπίστοιν

신뢰할 수 없는 (것)들의

복수주격 ά̓πιστοι

신뢰할 수 없는 (이)들이

ά̓πιστα

신뢰할 수 없는 (것)들이

속격 ἀπίστων

신뢰할 수 없는 (이)들의

ἀπίστων

신뢰할 수 없는 (것)들의

여격 ἀπίστοις

신뢰할 수 없는 (이)들에게

ἀπίστοις

신뢰할 수 없는 (것)들에게

대격 ἀπίστους

신뢰할 수 없는 (이)들을

ά̓πιστα

신뢰할 수 없는 (것)들을

호격 ά̓πιστοι

신뢰할 수 없는 (이)들아

ά̓πιστα

신뢰할 수 없는 (것)들아

원급 비교급 최상급
형용사 ά̓πιστος

ἀπίστου

신뢰할 수 없는 (이)의

ἀπιστότερος

ἀπιστοτέρου

더 신뢰할 수 없는 (이)의

ἀπιστότατος

ἀπιστοτάτου

가장 신뢰할 수 없는 (이)의

부사 ἀπίστως

ἀπιστότερον

ἀπιστότατα

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • οἶδα μὲν οὖν ἀπίστοισ ἐοικότα ἱστορήσων, λέξω δὲ ὅμωσ. (Lucian, Verae Historiae, book 1 40:3)

    (루키아노스, Verae Historiae, book 1 40:3)

  • παραταττόμενοσ ἐξοπλιζόμενοσ πολιορκῶν διώκων, ἐν ἀποστάσεσι μυρίαισ, ἀποτροπαῖσ σκιρτήσεσιν ἐθνῶν, βασιλέων ἀφηνιασμοῖσ, Βάκτρα Μαράκανδα Σογδιανούσ, ἐν ἔθνεσιν ἀπίστοισ καὶ ἐπιβούλοισ ὕδραν τέμνων ἀεί τισι πολέμοισ ἐπιβλαστάνουσαν; (Plutarch, De Alexandri magni fortuna aut virtute, chapter 2, section 10 6:1)

    (플루타르코스, De Alexandri magni fortuna aut virtute, chapter 2, section 10 6:1)

  • , διώκων ἐν ἀποστάσεσι μυρίαισ, ἀποτροπαῖσ, σκιρτήσεσιν ἐθνῶν, βασιλέων ἀφηνιασμοῖσ, πρὸσ Βάκτρα Μαράκανδα Σογδιανούσ, ἐν ἔθνεσιν ἀπίστοισ καὶ ἐπιβούλοισ ὕδραν τέμνων ἀεί τισι πολέμοισ ἐπιβλαστάνουσαν; (Plutarch, De Alexandri magni fortuna aut virtute, chapter 2, section 10 3:1)

    (플루타르코스, De Alexandri magni fortuna aut virtute, chapter 2, section 10 3:1)

  • δὲ συγκλητικοὶ περιχυθέντεσ οὐκ εἰών, οὐδὲ ἔφασαν προήσεσθαι τὸν κηδεμόνα καὶ σωτῆρα τοῖσ ἀπίστοισ καὶ προδόταισ. (Plutarch, Cato the Younger, chapter 64 1:3)

    (플루타르코스, Cato the Younger, chapter 64 1:3)

  • καταφρονοῦσιν ὡσ ἀδυνάτοισ πράγμασι καὶ μυθεύμασιν ἀπίστοισ τὸν ἑκάστου λογισμὸν τῆσ προαιρέσεωσ ἄπιστον καθιστάντοσ. (Plutarch, Lives, chapter 32 4:5)

    (플루타르코스, Lives, chapter 32 4:5)

유의어

  1. 대단한

유사 형태

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION