헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἀντιλαμβάνω

비축약 동사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἀντιλαμβάνω

형태분석: ἀντιλαμβάν (어간) + ω (인칭어미)

  1. 잡다, 쥐다, 이루다
  2. 돕다, 도와주다, 지원하다, 붙잡다, 위하다
  3. ~에 대한 권리를 주장하다, 장악하다
  4. 참가하다
  5. 녹이다, 매혹시키다, 유혹하다
  6. 지체하게 하다, 붙들다, 제한하다
  1. to receive instead of, to receive in turn, as a return
  2. to lay hold of, to gain or reach
  3. to help, take part with, assist, to help towards a thing
  4. to lay claim to
  5. to take part, share in, take in hand
  6. to take hold of for the purpose of finding fault, to reprehend
  7. to take fast hold of, to captivate
  8. to hold against, hold back

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἀντιλαμβάνω

ἀντιλαμβάνεις

ἀντιλαμβάνει

쌍수 ἀντιλαμβάνετον

ἀντιλαμβάνετον

복수 ἀντιλαμβάνομεν

ἀντιλαμβάνετε

ἀντιλαμβάνουσιν*

접속법단수 ἀντιλαμβάνω

ἀντιλαμβάνῃς

ἀντιλαμβάνῃ

쌍수 ἀντιλαμβάνητον

ἀντιλαμβάνητον

복수 ἀντιλαμβάνωμεν

ἀντιλαμβάνητε

ἀντιλαμβάνωσιν*

기원법단수 ἀντιλαμβάνοιμι

ἀντιλαμβάνοις

ἀντιλαμβάνοι

쌍수 ἀντιλαμβάνοιτον

ἀντιλαμβανοίτην

복수 ἀντιλαμβάνοιμεν

ἀντιλαμβάνοιτε

ἀντιλαμβάνοιεν

명령법단수 ἀντιλάμβανε

ἀντιλαμβανέτω

쌍수 ἀντιλαμβάνετον

ἀντιλαμβανέτων

복수 ἀντιλαμβάνετε

ἀντιλαμβανόντων, ἀντιλαμβανέτωσαν

부정사 ἀντιλαμβάνειν

분사 남성여성중성
ἀντιλαμβανων

ἀντιλαμβανοντος

ἀντιλαμβανουσα

ἀντιλαμβανουσης

ἀντιλαμβανον

ἀντιλαμβανοντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἀντιλαμβάνομαι

ἀντιλαμβάνει, ἀντιλαμβάνῃ

ἀντιλαμβάνεται

쌍수 ἀντιλαμβάνεσθον

ἀντιλαμβάνεσθον

복수 ἀντιλαμβανόμεθα

ἀντιλαμβάνεσθε

ἀντιλαμβάνονται

접속법단수 ἀντιλαμβάνωμαι

ἀντιλαμβάνῃ

ἀντιλαμβάνηται

쌍수 ἀντιλαμβάνησθον

ἀντιλαμβάνησθον

복수 ἀντιλαμβανώμεθα

ἀντιλαμβάνησθε

ἀντιλαμβάνωνται

기원법단수 ἀντιλαμβανοίμην

ἀντιλαμβάνοιο

ἀντιλαμβάνοιτο

쌍수 ἀντιλαμβάνοισθον

ἀντιλαμβανοίσθην

복수 ἀντιλαμβανοίμεθα

ἀντιλαμβάνοισθε

ἀντιλαμβάνοιντο

명령법단수 ἀντιλαμβάνου

ἀντιλαμβανέσθω

쌍수 ἀντιλαμβάνεσθον

ἀντιλαμβανέσθων

복수 ἀντιλαμβάνεσθε

ἀντιλαμβανέσθων, ἀντιλαμβανέσθωσαν

부정사 ἀντιλαμβάνεσθαι

분사 남성여성중성
ἀντιλαμβανομενος

ἀντιλαμβανομενου

ἀντιλαμβανομενη

ἀντιλαμβανομενης

ἀντιλαμβανομενον

ἀντιλαμβανομενου

미완료(Imperfect) 시제

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • τὰ δὲ χλωρὰ κάει, τῆσ ὑγρότητοσ ἀντιλαμβανομένησ καὶ συνεξαπτομένησ. (Plutarch, Quaestiones Convivales, book 4, 24:1)

    (플루타르코스, Quaestiones Convivales, book 4, 24:1)

  • "ἀπόλλυσθαι γὰρ οὕτω καὶ διαφθείρεσθαι τὸ γεωμετρίασ ἀγαθὸν αὖθισ ἐπὶ τὰ αἰσθητὰ παλινδρομούσησ καὶ μὴ φερομένησ ἄνω μηδ’ ἀντιλαμβανομένησ τῶν ἀιδίων καὶ ἀσωμάτων εἰκόνων, πρὸσ αἷσπερ ὢν ὁ θεὸσ ἀεὶ θεόσ ἐστι. (Plutarch, Quaestiones Convivales, book 8, 4:8)

    (플루타르코스, Quaestiones Convivales, book 8, 4:8)

유의어

  1. to receive instead of

  2. 잡다

  3. 돕다

  4. ~에 대한 권리를 주장하다

  5. 참가하다

  6. 녹이다

  7. 지체하게 하다

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION