- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἄμορφος?

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: amorphos 고전 발음: [아모] 신약 발음: [아모]

기본형: ἄμορφος ἄμορφος ἄμορφον

형태분석: (접두사) + μορφ (어간) + ος (어미)

어원: μορφή

  1. 못생긴, 추악한, 눈꼴사나운
  2. 형태가 없는, 정형이 없는
  1. misshapen, ugly
  2. formless, shapeless

곡용 정보

1/2군 변화
남/여성 중성
단수주격 ἄμορφος

못생긴 (이)가

ἄμορφον

못생긴 (것)가

속격 ἀμόρφου

못생긴 (이)의

ἀμόρφου

못생긴 (것)의

여격 ἀμόρφῳ

못생긴 (이)에게

ἀμόρφῳ

못생긴 (것)에게

대격 ἄμορφον

못생긴 (이)를

ἄμορφον

못생긴 (것)를

호격 ἄμορφε

못생긴 (이)야

ἄμορφον

못생긴 (것)야

쌍수주/대/호 ἀμόρφω

못생긴 (이)들이

ἀμόρφω

못생긴 (것)들이

속/여 ἀμόρφοιν

못생긴 (이)들의

ἀμόρφοιν

못생긴 (것)들의

복수주격 ἄμορφοι

못생긴 (이)들이

ἄμορφα

못생긴 (것)들이

속격 ἀμόρφων

못생긴 (이)들의

ἀμόρφων

못생긴 (것)들의

여격 ἀμόρφοις

못생긴 (이)들에게

ἀμόρφοις

못생긴 (것)들에게

대격 ἀμόρφους

못생긴 (이)들을

ἄμορφα

못생긴 (것)들을

호격 ἄμορφοι

못생긴 (이)들아

ἄμορφα

못생긴 (것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • οὐ γὰρ ἠπόρει ἡ παντοδύναμός σου χεὶρ καὶ κτίσασα τὸν κόσμον ἐξ ἀμόρφου ὕλης ἐπιπέμψαι αὐτοῖς πλῆθος ἄρκων ἢ θρασεῖς λέοντας (Septuagint, Liber Sapientiae 11:17)

    (70인역 성경, 지혜서 11:17)

  • τοῦτο δέ μοι δοκεῖ λογισάμενος καὶ ὁ τοῦ Ὁμήρου ῥήτωρ ἐκεῖνος εὐμορφίας ἐλάχιστον φροντίσαι, μᾶλλον δὲ καὶ παντελῶς ἀϊ´δρει φωτὶ ἑαυτὸν ἀπεικάσαι, ἵνα αὐτῷ παραδοξότερον φαίνηται τῶν λόγων τὸ κάλλος ἐκ τῆς πρὸς τὸ ἀμορφότερον ἐξετάσεως. (Lucian, De Domo, (no name) 17:4)

    (루키아노스, De Domo, (no name) 17:4)

  • εἰ καὶ τοῦ Διὸς αὐτοῦ παῖς ὢν ἄγριος οὕτω καὶ λάσιος ἐφαίνετο καί, τὸ πάντων ἀμορφότατον, μονόφθαλμος, οἰεί τὸ γένος ἄν τι ὀνῆσαι αὐτὸν πρὸς τὴν μορφήν· (Lucian, Dialogi Marini, doris and galataea, chapter 14)

    (루키아노스, Dialogi Marini, doris and galataea, chapter 14)

  • ὁρᾶτε, ὦ Ἑρμῆ καὶ Φιλοσοφία, δύο μὲν ὄρη μέγιστα καὶ κάλλιστα ὀρῶν ἁπάντων Αἷμός ἐστιν τὸ μεῖζον, ἡ καταντικρὺ δὲ Ῥοδόπη πεδίον δ ὑποπεπταμένον πάμφορον, ἀπὸ τῶν προπόδων ἑκατέρων εὐθὺς ἀρξάμενον, καί τινας λόφους τρεῖς πάνυ καλοὺς ἀνεστηκότας, οὐκ ἀμόρφους τὴν τραχύτητα, οἱο῀ν ἀκροπόλεις πολλὰς τῆς ὑποκειμένης πόλεως. (Lucian, Fugitivi, (no name) 25:1)

    (루키아노스, Fugitivi, (no name) 25:1)

  • καὶ εἴ γε μὴ οὕτω φρονοίην, ἄξιος ἄν μοι δοκῶ ὑπὸ ἑκκαίδεκα γυπῶν κείρεσθαι, οὐ συνιεὶς ὡς πολὺ ἀμορφότερα τὰ μετὰ τοῦ ξένου ταὐτὸ πεπονθότα. (Lucian, Prometheus es in verbis 8:2)

    (루키아노스, Prometheus es in verbis 8:2)

  • ἡγεῖται δὲ ἀνὴρ ὠχρὸς καὶ ἄμορφος, ὀξὺ δεδορκὼς καὶ ἐοικὼς τοῖς ἐκ νόσου μακρᾶς κατεσκληκόσι. (Lucian, Calumniae non temere credundum, (no name) 5:4)

    (루키아노스, Calumniae non temere credundum, (no name) 5:4)

  • οἶσθ ἡνίκ ἦλθες Ἰλίου κατάσκοπος, δυσχλαινίᾳ τ ἄμορφος, ὀμμάτων τ ἄπο φόνου σταλαγμοὶ σὴν κατέσταζον γένυν· (Euripides, Hecuba, episode17)

    (에우리피데스, Hecuba, episode17)

  • ἀτὰρ τὸ μὲν σῶμ οὐκ ἄμορφος εἶ, ξένε, ὡς ἐς γυναῖκας, ἐφ ὅπερ ἐς Θήβας πάρει: (Euripides, episode 2:1)

    (에우리피데스, episode 2:1)

  • καὶ παρῆλθεν ἄμορφός τις ἐξυρημένος τὴν κεφαλήν, ὀλίγας ἐπὶ τῇ κορυφῇ τρίχας ὀρθὰς ἔχων οὗτος ὠρχήσατό τε κατακλῶν ἑαυτὸν καὶ διαστρέφων, ὡς γελοιότερος φανείη, καὶ ἀνάπαιστα συγκροτῶν διεξῆλθεν αἰγυπτιάζων τῇ φωνῇ, καί τέλος ἐπέσκωπτεν ἐς τοὺς παρόντας. (Lucian, Symposium, (no name) 18:2)

    (루키아노스, Symposium, (no name) 18:2)

  • ἔτι δὲ καὶ αὐτός, ὡς μὴ παντάπασιν ἄμορφος εἰήν, προσωπεῖόν τι ἐρασμιώτατον περιθέμενος, διάχρυσον καὶ λιθοκόλλητον, καὶ ποικίλα ἐνδὺς ἐντυγχάνω αὐτοῖς: (Lucian, Timon, (no name) 27:4)

    (루키아노스, Timon, (no name) 27:4)

관련어

명사

형용사

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION