헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἀκράτεια

1군 변화 명사; 여성 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἀκράτεια

형태분석: ἀκρατει (어간) + α (어미)

어원: a)krath/s

  1. 능력 부족, 쇠약
  2. 색정, 통제력 결핍
  1. want of power, debility
  2. incontinence, want of self-control

곡용 정보

1군 변화
단수 쌍수 복수
주격 ἀκράτεια

능력 부족이

ἀκρατείᾱ

능력 부족들이

ἀκράτειαι

능력 부족들이

속격 ἀκρατείᾱς

능력 부족의

ἀκρατείαιν

능력 부족들의

ἀκρατειῶν

능력 부족들의

여격 ἀκρατείᾱͅ

능력 부족에게

ἀκρατείαιν

능력 부족들에게

ἀκρατείαις

능력 부족들에게

대격 ἀκράτειαν

능력 부족을

ἀκρατείᾱ

능력 부족들을

ἀκρατείᾱς

능력 부족들을

호격 ἀκράτεια

능력 부족아

ἀκρατείᾱ

능력 부족들아

ἀκράτειαι

능력 부족들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • Τὸ θερμὸν βλάπτει ταῦτα πλεονάκισ χρεομένοισι, σαρκῶν ἐκθήλυνσιν, νεύρων ἀκράτειαν, γνώμησ νάρκωσιν, αἱμμῤῬαγίασ, λειποθυμίασ, ταῦτα οἷσι θάνατοσ. (Hippocrates, Oeuvres Completes D'Hippocrate., AFORISMOI., 72.16)

    (히포크라테스, Oeuvres Completes D'Hippocrate., AFORISMOI., 72.16)

  • ὀνομάζεσθαι δὲ αὐτοῖν τὸν μὲν Νοῦν, τὴν δὲ Ἀκράτειαν. (Dio, Chrysostom, Orationes, 59:5)

    (디오, 크리소토모스, 연설 (2), 59:5)

  • τὴν δὲ Ἀκράτειαν τοῖσ μὲν πλείστοισ ἄκρατον τὴν ἡδονὴν ἐγχεῖν, μηδὲ μικρὸν σωφροσύνησ παραμιγνύουσαν, τοῖσ δὲ ὀλίγον τι παντελῶσ λόγου ἕνεκεν. (Dio, Chrysostom, Orationes, 62:2)

    (디오, 크리소토모스, 연설 (2), 62:2)

  • οἱ δὲ ἐν οἴκῳ Ἀθηναῖοι, ἐπειδὴ ἠγγέλθη ἡ ναυμαχία, χαλεπῶσ εἶχον τῷ Ἀλκιβιάδῃ, οἰόμενοι δι’ ἀμέλειάν τε καὶ ἀκράτειαν ἀπολωλεκέναι τὰσ ναῦσ, καὶ στρατηγοὺσ εἵλοντο ἄλλουσ δέκα, Κόνωνα, Διομέδοντα, Λέοντα, Περικλέα, Ἐρασινίδην, Ἀριστοκράτην, Ἀρχέστρατον, Πρωτόμαχον, Θράσυλλον, Ἀριστογένην. (Xenophon, Hellenica, , chapter 5 17:1)

    (크세노폰, Hellenica, , chapter 5 17:1)

  • καὶ εἴτε παίζοντα εἴτε σπουδάζοντα ἐννοεῖν δεῖ τὰ τοιαῦτα, ἐννοητέον ὅτι τῇ θηλείᾳ καὶ τῇ τῶν ἀρρένων φύσει εἰσ κοινωνίαν ἰούσῃ τῆσ γεννήσεωσ ἡ περὶ ταῦτα ἡδονὴ κατὰ φύσιν ἀποδεδόσθαι δοκεῖ, ἀρρένων δὲ πρὸσ ἄρρενασ ἢ θηλειῶν πρὸσ θηλείασ παρὰ φύσιν καὶ τῶν πρώτων τὸ τόλμημ’ εἶναι δι’ ἀκράτειαν ἡδονῆσ. (Plato, Laws, book 1 73:1)

    (플라톤, Laws, book 1 73:1)

유의어

  1. 능력 부족

  2. 색정

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION