Ancient Greek-English Dictionary Language

ἀξιόλογος

First/Second declension Adjective; 자동번역 Transliteration:

Principal Part: ἀξιόλογος ἀξιόλογη ἀξιόλογον

Structure: ἀξιολογ (Stem) + ος (Ending)

Etym.: le/gw

Sense

  1. worthy of mention, noteworthy
  2. of note, important

Examples

  • καὶ τὰσ ἐκ τῶν ἠθῶν γε πίστεισ ἀξιολόγωσ πάνυ κατασκευάζειν ἔμοιγε δοκεῖ. (Dionysius of Halicarnassus, chapter 19 1:1)
  • τὸ δὲ προσηγορικὸν τῷ συνδέσμῳ συντιθέμενον ἀποτετράχυκεν ἀξιολόγωσ τὴν ἁρμογήν· (Dionysius of Halicarnassus, De Compositione Verborum, chapter 2229)
  • αὐτίκα ἐν ἀρχῇ τῷ Ἀθηναῖοσ προσηγορικῷ τὸ ξυνέγραψε ῥῆμα ἐφαρμοττόμενον διίστησιν ἀξιολόγωσ τὴν ἁρμονίαν· (Dionysius of Halicarnassus, De Compositione Verborum, chapter 2277)
  • καὶ τειχίσασ ἀξιολόγωσ τὴν πόλιν καὶ τοὺσ πυλῶνασ κοσμήσασ ἱεροπρεπῶσ προσκατεσκεύασεν τοῖσ πατρικοῖσ βασιλείοισ ἕτερα βασίλεια ἐχόμενα ἐκείνων, [ὑπὲρ] ὧν ἀνάστημα καὶ τὴν λοιπὴν πολυτέλειαν μακρὸν ἴσωσ ἔσται ἐάν τισ ἐξηγῆται, πλὴν ὄντα γε ὑπερβολὴν ὡσ μεγάλα καὶ ὑπερήφανα συνετελέσθη ἡμέραισ δεκαπέντε. (Flavius Josephus, Contra Apionem, 159:1)
  • κινεῖ καὶ ταράττει καὶ προσεξίστησιν, ἡδὺ δ’ οὐδὲν ἀξιολόγωσ οὐδ’ ἀπολαυστικὸν οὐδὲν οἱο͂ν προσεδοκήσαμεν ἀποδίδωσιν. (Plutarch, De tuenda sanitate praecepta, chapter, section 12 7:1)

Synonyms

  1. worthy of mention

  2. of note

Related

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION