Ancient Greek-English Dictionary Language

ἀξιόλογος

First/Second declension Adjective; 자동번역 Transliteration:

Principal Part: ἀξιόλογος ἀξιόλογη ἀξιόλογον

Structure: ἀξιολογ (Stem) + ος (Ending)

Etym.: le/gw

Sense

  1. worthy of mention, noteworthy
  2. of note, important

Examples

  • προφέρειν δ’ ἔξεστι νῦν μὲν τοὺσ Περσῶν βασιλεῖσ καὶ εἲ τίσ που τυραννίδοσ ἀξιολόγου κύριοσ ὢν τυγχάνει· (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 12, book 12, chapter 64 1:4)
  • περὶ γὰρ αὐτὰ τὰ χείλη συστολῆσ γινομένησ ἀξιολόγου πνίγεται καὶ στενὸσ ἐκπίπτει ὁ ἦχοσ. (Dionysius of Halicarnassus, De Compositione Verborum, chapter 1428)
  • τοῦτο δ’ οὐκ ἂν ἐγίγνετο μὴ σιωπῆσ τινοσ ἀξιολόγου διειργούσησ τὰ φωνήεντα ἀπ’ ἀλλήλων. (Dionysius of Halicarnassus, De Demosthene, chapter 38 2:1)
  • οἱ δὲ σύμπαντεσ οἱ τοσοῦτο περιθέντεσ αὐτῇ δυναστείασ μέγεθοσ ἀγνοοῦνται πρὸσ Ἑλλήνων, οὐ τυχόντεσ ἀξιολόγου συγγραφέωσ· (Dionysius of Halicarnassus, Antiquitates Romanae, book 1, chapter 5 6:1)
  • ἔξω γὰρ Κρότωνοσ τῆσ ἐν Ὀμβρικοῖσ πόλεωσ ἀξιολόγου, καὶ εἰ δή τι ἄλλο ἐν τῇ Ἀβοριγίνων οἰκισθὲν ἐτύγχανε, τὰ λοιπὰ τῶν Πελασγῶν διεφθάρη πολίσματα. (Dionysius of Halicarnassus, Antiquitates Romanae, book 1, chapter 26 2:2)

Synonyms

  1. worthy of mention

  2. of note

Related

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION