헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

Σειρήν

3군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: Σειρήν Σειρῆνος

형태분석: Σειρην (어간)

어원: (어원이 불명확함.)

  1. 경보기, 둘, 사이렌
  2. 경보기, 사이렌
  1. a Siren, the Sirens, two
  2. a Siren, deceitful woman, the Siren charm

곡용 정보

3군 변화
단수 쌍수 복수
주격 Σειρήν

경보기가

Σειρῆνε

경보기들이

Σειρῆνες

경보기들이

속격 Σειρῆνος

경보기의

Σειρήνοιν

경보기들의

Σειρήνων

경보기들의

여격 Σειρῆνι

경보기에게

Σειρήνοιν

경보기들에게

Σειρῆσιν*

경보기들에게

대격 Σειρῆνα

경보기를

Σειρῆνε

경보기들을

Σειρῆνας

경보기들을

호격 Σειρήν

경보기야

Σειρῆνε

경보기들아

Σειρῆνες

경보기들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • καὶ ἀναπαύσονται ἐκεῖ θηρία καὶ ἐμπλησθήσονται αἱ οἰκίαι ἤχου, καὶ ἀναπαύσονται ἐκεῖ σειρῆνεσ, καὶ δαιμόνια ἐκεῖ ὀρχήσονται, (Septuagint, Liber Isaiae 13:21)

    (70인역 성경, 이사야서 13:21)

  • εὐλογήσουσί με τὰ θηρία τοῦ ἀγροῦ, σειρῆνεσ καὶ θυγατέρεσ στρουθῶν, ὅτι ἔδωκα ἐν τῇ ἐρήμῳ ὕδωρ καὶ ποταμοὺσ ἐν τῇ ἀνύδρῳ ποτίσαι τὸ γένοσ μου τὸ ἐκλεκτόν, (Septuagint, Liber Isaiae 43:20)

    (70인역 성경, 이사야서 43:20)

  • πτεροφόροι νεάνιδεσ, παρθένοι Χθονὸσ κόραι Σειρῆνεσ, εἴθ’ ἐμοῖσ γόοισ μόλοιτ’ ἔχουσαι Λίβυν λωτὸν ἢ σύριγγασ ἢ φόρμιγγασ, αἰλίνοισ κακοῖσ τοῖσ ἐμοῖσι σύνοχα δάκρυα· (Euripides, Helen, choral, strophe 11)

    (에우리피데스, Helen, choral, strophe 11)

  • καὶ αἱ Σειρῆνεσ δὲ ᾄδουσι τῷ Ὀδυσσεῖ τὰ μάλιστα αὐτὸν τέρψοντα, καὶ τὰ οἰκεῖα τῇ φιλοτιμίᾳ αὐτοῦ καὶ πολυμαθείᾳ λέγουσαι. (Athenaeus, The Deipnosophists, book 1, chapter 24 3:2)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, book 1, chapter 24 3:2)

  • Θαλείασ δὲ καὶ Ἀπόλλωνοσ ἐγένοντο Κορύβαντεσ, Μελπομένησ δὲ καὶ Ἀχελῴου Σειρῆνεσ, περὶ ὧν ἐν τοῖσ περὶ Ὀδυσσέωσ ἐροῦμεν. (Apollodorus, Library and Epitome, book 1, chapter 3 4:3)

    (아폴로도로스, Library and Epitome, book 1, chapter 3 4:3)

관련어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION