- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

Πελασγικός?

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: Pelasgikos 고전 발음: [뻴라기꼬] 신약 발음: [뺄라기꼬]

기본형: Πελασγικός Πελασγική Πελασγικόν

형태분석: Πελασγικ (어간) + ος (어미)

어원: from Πελασγός

  1. Thessalian, Argive

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 Πελασγικός

(이)가

Πελασγική

(이)가

Πελασγικόν

(것)가

속격 Πελασγικοῦ

(이)의

Πελασγικῆς

(이)의

Πελασγικοῦ

(것)의

여격 Πελασγικῷ

(이)에게

Πελασγικῇ

(이)에게

Πελασγικῷ

(것)에게

대격 Πελασγικόν

(이)를

Πελασγικήν

(이)를

Πελασγικόν

(것)를

호격 Πελασγικέ

(이)야

Πελασγική

(이)야

Πελασγικόν

(것)야

쌍수주/대/호 Πελασγικώ

(이)들이

Πελασγικά

(이)들이

Πελασγικώ

(것)들이

속/여 Πελασγικοῖν

(이)들의

Πελασγικαῖν

(이)들의

Πελασγικοῖν

(것)들의

복수주격 Πελασγικοί

(이)들이

Πελασγικαί

(이)들이

Πελασγικά

(것)들이

속격 Πελασγικῶν

(이)들의

Πελασγικῶν

(이)들의

Πελασγικῶν

(것)들의

여격 Πελασγικοῖς

(이)들에게

Πελασγικαῖς

(이)들에게

Πελασγικοῖς

(것)들에게

대격 Πελασγικούς

(이)들을

Πελασγικάς

(이)들을

Πελασγικά

(것)들을

호격 Πελασγικοί

(이)들아

Πελασγικαί

(이)들아

Πελασγικά

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • οὗτος ᾤκει μὲν τὸ πρόσθεν ἀνὰ τὸ Παρθένιον, ὑπὸ δὲ τὸν Δάτιδος ἐπίπλουν καὶ τὴν Μαραθῶνάδε τῶν βαρβάρων ἀπόβασιν ἧκεν ἄκλητος τοῖς Ἀθηναίοις σύμμαχος, καὶ τὸ ἀπ ἐκείνου τὴν ὑπὸ τῇ ἀκροπόλει σπήλυγγα ταύτην ἀπολαβόμενος οἰκεῖ μικρὸν ὑπὲρ τοῦ Πελασγικοῦ εἰς τὸ μετοίκιον συντελῶν. (Lucian, Bis accusatus sive tribunalia, (no name) 9:7)

    (루키아노스, Bis accusatus sive tribunalia, (no name) 9:7)

  • πλήρης μὲν ἡ ἄνοδος ὠθιζομένων ἐπὶ τὰς δύο μνᾶς, ὡς ἤκουσαν μόνον παρὰ δὲ τὸ Πελασγικὸν ἄλλοι καὶ κατὰ τὸ Ἀσκληπιεῖον ἕτεροι καὶ παρὰ τὸν Ἄρειον πάγον ἔτι πλείους, ἔνιοι δὲ καὶ κατὰ τὸν Τάλω τάφον, οἱ δὲ καὶ πρὸς τὸ Ἀνακεῖον προσθέμενοι κλίμακας ἀνέρπουσι βομβηδὸν νὴ Δία καὶ βοτρυδὸν ἑσμοῦ δίκην, ἵνα καὶ καθ Ὅμηρον εἴπω: (Lucian, Piscator, (no name) 42:2)

    (루키아노스, Piscator, (no name) 42:2)

  • ἦ που τοὺς λίθους ἁλιεύσειν διέγνωκας ἐκ τοῦ Πελασγικοῦ· (Lucian, Piscator, (no name) 47:12)

    (루키아노스, Piscator, (no name) 47:12)

  • κινούμενον γὰρ τυγχάνει Πελασγικὸν στράτευμα, χωρίζουσι δ ἀλλήλων λόχους. (Euripides, Phoenissae, episode, lyric4)

    (에우리피데스, Phoenissae, episode, lyric4)

  • Ἄργος ὦ Πελασγικόν, δειμαίνω τὰν σὰν ἀλκάν, καὶ τὸ θεόθεν: (Euripides, Phoenissae, choral, antistrophe 22)

    (에우리피데스, Phoenissae, choral, antistrophe 22)

관련어

명사

형용사

동사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION