ὑποκριτής
First declension Noun; Masculine
자동번역
Transliteration:
Principal Part:
ὑποκριτής
ὑποκριτοῦ
Structure:
ὑποκριτ
(Stem)
+
ης
(Ending)
Sense
- one who answers: interpreter, expounder
- actor, player
- hypocrite, pretender, one who feigns
Declension
First declension
The inflection forms above were generated by rules and some usages of them were not attested.
Due to a bug of system, some forms may display wrong accents.
- οἶμαι δέ σε καὶ τῶν ἐπὶ τῆσ σκηνῆσ πολλάκισ ἑωρακέναι τοὺσ τραγικοὺσ ὑποκριτὰσ τούτουσ πρὸσ τὰσ χρείασ τῶν δραμάτων ἄρτι μὲν Κρέοντασ, ἐνίοτε δὲ Πριάμουσ γιγνομένουσ ἢ Ἀγαμέμνονασ, καὶ ὁ αὐτόσ, εἰ τύχοι, μικρὸν ἔμπροσθεν μάλα σεμνῶσ τὸ τοῦ Κέκροποσ ἢ Ἐρεχθέωσ σχῆμα μιμησάμενοσ μετ’ ὀλίγον οἰκέτησ προῆλθεν ὑπὸ τοῦ ποιητοῦ κεκελευσμένοσ. (Lucian, Necyomantia, (no name) 16:8)
- μὴ ὀνείρων τινὰσ ὑποκριτὰσ ἡμᾶσ ὑπείληφεν; (Lucian, Somnium sive vita Luciani, (no name) 13:5)
- ἀλλ’ ἐκεῖνο, ὦ ἑταῖρε ‐ ἤδη τραγικοὺσ ἢ καὶ νὴ Δία κωμικοὺσ φαύλουσ ἑώρακασ ὑποκριτάσ, τῶν συριττομένων λέγω τούτων καὶ διαφθειρόντων τὰ ποιήματα καὶ τὸ τελευταῖον ἐκβαλλομένων, καίτοι τῶν δραμάτων πολλάκισ εὖ ἐχόντων τε καὶ νενικηκότων; (Lucian, Nigrinus, Nigrinou Fiaosofia 8:4)
- ὅτι κωμῳδίασ ὑποκριτὰσ τοῦ χρόνου τούτου πολλοὺσ καὶ ἀγαθοὺσ τῆσ πόλεωσ ἐνεγκούσησ, αἱ Μενάνδρου κωμῳδίαι ἀφθόνων ἁλῶν καὶ ἱερῶν μετέχουσιν, ὥσπερ ἐξ ἐκείνησ γεγονότων τῆσ θαλάττησ, ἐξ ὦν Ἀφροδίτη γέγονεν. (Plutarch, Comparationis Aristophanis et Menandri compendium, section 4 1:1)
- διόπερ οὐδὲ ὑποκριτὰσ εἶχον. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 14, book 14, chapter 28 2:6)
Synonyms
-
one who answers
-
actor