Ancient Greek-English Dictionary Language

ὑποκριτής

First declension Noun; Masculine 자동번역 Transliteration:

Principal Part: ὑποκριτής ὑποκριτοῦ

Structure: ὑποκριτ (Stem) + ης (Ending)

Etym.: u(pokri/nomai

Sense

  1. one who answers: interpreter, expounder
  2. actor, player
  3. hypocrite, pretender, one who feigns

Declension

First declension

The inflection forms above were generated by rules and some usages of them were not attested.

Due to a bug of system, some forms may display wrong accents.

Examples

  • οἶμαι δέ σε καὶ τῶν ἐπὶ τῆσ σκηνῆσ πολλάκισ ἑωρακέναι τοὺσ τραγικοὺσ ὑποκριτὰσ τούτουσ πρὸσ τὰσ χρείασ τῶν δραμάτων ἄρτι μὲν Κρέοντασ, ἐνίοτε δὲ Πριάμουσ γιγνομένουσ ἢ Ἀγαμέμνονασ, καὶ ὁ αὐτόσ, εἰ τύχοι, μικρὸν ἔμπροσθεν μάλα σεμνῶσ τὸ τοῦ Κέκροποσ ἢ Ἐρεχθέωσ σχῆμα μιμησάμενοσ μετ’ ὀλίγον οἰκέτησ προῆλθεν ὑπὸ τοῦ ποιητοῦ κεκελευσμένοσ. (Lucian, Necyomantia, (no name) 16:8)
  • μὴ ὀνείρων τινὰσ ὑποκριτὰσ ἡμᾶσ ὑπείληφεν; (Lucian, Somnium sive vita Luciani, (no name) 13:5)
  • ἀλλ’ ἐκεῖνο, ὦ ἑταῖρε ‐ ἤδη τραγικοὺσ ἢ καὶ νὴ Δία κωμικοὺσ φαύλουσ ἑώρακασ ὑποκριτάσ, τῶν συριττομένων λέγω τούτων καὶ διαφθειρόντων τὰ ποιήματα καὶ τὸ τελευταῖον ἐκβαλλομένων, καίτοι τῶν δραμάτων πολλάκισ εὖ ἐχόντων τε καὶ νενικηκότων; (Lucian, Nigrinus, Nigrinou Fiaosofia 8:4)
  • ὅτι κωμῳδίασ ὑποκριτὰσ τοῦ χρόνου τούτου πολλοὺσ καὶ ἀγαθοὺσ τῆσ πόλεωσ ἐνεγκούσησ, αἱ Μενάνδρου κωμῳδίαι ἀφθόνων ἁλῶν καὶ ἱερῶν μετέχουσιν, ὥσπερ ἐξ ἐκείνησ γεγονότων τῆσ θαλάττησ, ἐξ ὦν Ἀφροδίτη γέγονεν. (Plutarch, Comparationis Aristophanis et Menandri compendium, section 4 1:1)
  • διόπερ οὐδὲ ὑποκριτὰσ εἶχον. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 14, book 14, chapter 28 2:6)

Synonyms

  1. one who answers

  2. actor

Related

Source: Ancient Greek entries from Wiktionary

Find this word at Wiktionary

SEARCH

MENU NAVIGATION