헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ὑποκριτής

1군 변화 명사; 남성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ὑποκριτής ὑποκριτοῦ

형태분석: ὑποκριτ (어간) + ης (어미)

어원: u(pokri/nomai

  1. 통역자, 해석자, 통역사, 번역가
  2. 배우, 연기자, 예술가
  3. 위선자
  1. one who answers: interpreter, expounder
  2. actor, player
  3. hypocrite, pretender, one who feigns

곡용 정보

1군 변화
단수 쌍수 복수
주격 ὑποκριτής

통역자가

ὑποκριτᾱ́

통역자들이

ὑποκριταί

통역자들이

속격 ὑποκριτοῦ

통역자의

ὑποκριταῖν

통역자들의

ὑποκριτῶν

통역자들의

여격 ὑποκριτῇ

통역자에게

ὑποκριταῖν

통역자들에게

ὑποκριταῖς

통역자들에게

대격 ὑποκριτήν

통역자를

ὑποκριτᾱ́

통역자들을

ὑποκριτᾱ́ς

통역자들을

호격 ὑποκριτά

통역자야

ὑποκριτᾱ́

통역자들아

ὑποκριταί

통역자들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • καὶ ὑποκριταὶ καρδίᾳ τάξουσι θυμόν. οὐ βοήσονται, ὅτι ἔδησεν αὐτούσ. (Septuagint, Liber Iob 36:13)

    (70인역 성경, 욥기 36:13)

  • οἱ δ’ ἄλλοι πάντεσ ἱστορικοί, Κλειτόδημοι Δίυλλοι Φιλόχοροσ Φύλαρχοσ, ἀλλοτρίων γεγόνασιν ἔργων ὥσπερ δραμάτων ὑποκριταί, τὰσ τῶν στρατηγῶν καὶ βασιλέων πράξεισ διατιθέμενοι καὶ ταῖσ ἐκείνων ὑποδυόμενοι μνήμαισ ἵν’ ὡσ αὐγῆσ τινοσ καὶ φωτὸσ μετάσχωσιν. (Plutarch, De gloria Atheniensium, section 1 2:2)

    (플루타르코스, De gloria Atheniensium, section 1 2:2)

  • ἔνθεν μὲν δὴ προσίτωσαν ὑπ’ αὐλοῖσ καὶ λύραισ ποιηταὶ λέγοντεσ καὶ ᾄδοντεσ, εὐφημεῖν χρὴ κἀξίστασθαι τοῖσ ἡμετέροισι χοροῖσιν ὅστισ ἄπειροσ τοιῶνδε λόγων ἢ γνώμην μὴ καθαρεύει, ἢ γενναίων ὄργια Μουσῶν μήτ’ ᾖσεν μήτ’ ἐχόρευσε, μηδὲ Κρατίνου τοῦ ταυροφάγου γλώττησ βακχεῖ’ ἐτελέσθη, καὶ σκευὰσ καὶ προσωπεῖα καὶ βωμοὺσ καὶ μηχανὰσ ἀπὸ σκηνῆσ καὶ περιάκτουσ καὶ τρίποδασ ἐπινικίουσ κομίζοντεσ τραγικοὶ δ’ αὐτοῖσ ὑποκριταὶ καὶ Νικόστρατοι καὶ Καλλιππίδαι καὶ Μυννίσκοι καὶ Θεόδωροι καὶ Πῶλοι συνίτωσαν, ὥσπερ γυναικὸσ πολυτελοῦσ τῆσ τραγῳδίασ κομμωταὶ καὶ διφροφόροι, μᾶλλον δ’ ὡσ ἀγαλμάτων ἐγκαυσταὶ καὶ χρυσωταὶ καὶ βαφεῖσ παρακολουθοῦντεσ· (Plutarch, De gloria Atheniensium, section 62)

    (플루타르코스, De gloria Atheniensium, section 62)

  • οἱ δ’ ἄλλοι πάντεσ ἱστορικοί, Κλεινόδημοι Δίυλοι Φιλόχοροσ Φύλαρχοσ, ἀλλοτρίων γεγόνασιν ἔργων ὥσπερ δραμάτων ὑποκριταί, τὰσ τῶν στρατηγῶν καὶ βασιλέων πράξεισ διατιθέμενοι καὶ ταῖσ ἐκείνων ὑποδυόμενοι μνήμαισ ἵν’ ὡσ αὐγῆσ τινοσ καὶ φωτὸσ μετάσχωσιν. (Plutarch, De gloria Atheniensium, section 1 6:1)

    (플루타르코스, De gloria Atheniensium, section 1 6:1)

  • τραγικοὶ δ’ αὐτοῖσ ὑποκριταὶ καὶ Νικόστρατοι καὶ Καλλιππίδαι καὶ Μηνίσκοι, καὶ Θεόδωροι καὶ πῶλοι συνίτωσαν, ὥσπερ γυναικὸσ πολυτελοῦσ τῆσ τραγῳδίασ κομμωταὶ καὶ διφροφόροι, μᾶλλον δ’ ὡσ ἀγαλμάτων ἐγκαυσταὶ καὶ χρυσωταὶ καὶ βαφεῖσ παρακολουθοῦντεσ· (Plutarch, De gloria Atheniensium, section 6 4:1)

    (플루타르코스, De gloria Atheniensium, section 6 4:1)

유의어

  1. 통역자

  2. 배우

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION