ὑπαντάω
α 축약 동사;
자동번역
로마알파벳 전사:
고전 발음: []
신약 발음: []
기본형:
ὑπαντάω
ὑπαντήσομαι
ὑπήντησα
형태분석:
ὑπ
(접두사)
+
ἀντά
(어간)
+
ω
(인칭어미)
뜻
- 만나다, 접하다, 맞다
- to come or go to meet
- to meet, reply or object to
활용 정보
위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.
현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.
- αὐτοὶ γὰρ εἰσ Βηρυτὸν ἀφικνοῦντο ὑπαντῆσαι βουλόμενοι Κεστίῳ. (Flavius Josephus, 60:2)
(플라비우스 요세푸스, 60:2)
- περαιώσασ δὲ τὴν δύναμιν, οὐδενὸσ ὑπαντῆσαι τολμήσαντοσ, ἀλλὰ Καὶ τῶν ἡγεμονικωτάτων τοῦ Γερμανικοῦ Σουήβων εἰσ βαθεῖσ καὶ ὑλώδεισ αὐλῶνασ ἀνασκευασαμένων, πυρπολήσασ μὲν τὴν τῶν πολεμίων, θαρρύνασ δὲ τοὺσ ἀεὶ τὰ Ῥωμαίων ἀσπαζομένουσ, ἀνεχώρησεν αὖθισ εἰσ τὴν Γαλατίαν, εἴκοσι δυεῖν δεούσασ ἡμέρασ ἐν τῇ Γερμανικῇ διατετριφώσ. (Plutarch, Caesar, chapter 23 1:1)
(플루타르코스, Caesar, chapter 23 1:1)
- ἐν δὲ τῷ ιη Κλέοβισ ἐστὶ καὶ Βίτων, οἳ τὴν ἑαυτῶν μητέρα Κυδίππην ἱερωμένην ἐν Ἄργει Ἥρασ, αὐτοὶ ὑποσχόντεσ τοὺσ αὐχένασ τῷ ζυγῷ διὰ τὸ βραδῦναι τὸ σκεῦοσ τῶν βοῶν, ἱερουργῆσαι ἐποίησαν, καὶ ἡσθεῖσα, φασίν, ἐπὶ τούτῳ ἐκείνη ηὔξατο τῇ θεῷ εἴ τι ἐστι κάλλιστον ἐν ἀνθρώποισ, τοῦτο τοῖσ παισὶν αὐτῆσ ὑπαντῆσαι· (Unknown, Greek Anthology, book 3, chapter 181)
(작자 미상, Greek Anthology, book 3, chapter 181)
- οὐδενὸσ δ’ αὐτῷ τολμήσαντοσ ὑπαντῆσαι διανύσασ τὴν χώραν κατὰ πολλὴν εὐπέτειαν προσέβαλε τοῖσ τείχεσι· (Dionysius of Halicarnassus, Antiquitates Romanae, Books IV-VI, book 6, chapter 91 4:2)
(디오니시오스, Antiquitates Romanae, Books IV-VI, book 6, chapter 91 4:2)
- ὁ δὲ ἀπ’ ἀρχῆσ ὑποπτεύων τοὺσ βαρβάρουσ καὶ τότε πεπυσμένοσ εἰσ τοὺσ πολεμίουσ ἐμπεπτωκέναι τὰ μηνύοντα τὴν ἐπιβουλὴν αὐτῷ γράμματα, προελθεῖν οὐκ ἠβούλετο καίτοι μάλα ἀξιοπίστωσ τοῦ Πακόρου φάσκοντοσ δεῖν αὐτὸν ὑπαντῆσαι τοῖσ τὰσ ἐπιστολὰσ κομίζουσιν· (Flavius Josephus, De bello Judaico libri vii, 377:2)
(플라비우스 요세푸스, De bello Judaico libri vii, 377:2)
유의어
-
to come or go to meet
- συγχωρέω (함께 오다, 만나다)
- συμβάλλω (만나다, 접하다, 맞다)
- ὁμηρέω (만나다, 접하다)
- συμβαίνω (만나다, 접하다)
- συμμίγνυμι (만나다, 접하다)
- συναντάω (만나다, 접하다, 맞다)
- ὁμαρτέω (만나다, 접하다)
- συνέχω (만나다, 접하다)
- ἀντάω (만나다, 접하다)
- ἀντιπρόειμι (만나다, 접하다)
- ὑπεξέρχομαι (to go out to meet)
- συνήκω (만나다, 접하다)
- ἀντιάζω (to meet in)
- συγγίγνομαι (만나다, 접하다, 맞다)
- σύνειμι (모으다, 합치다, 만나다)
- ἀντάω (도달하다, 만나다, 도착하다)
- συνήκω (만나다, 접하다, 맞다)
- παραβάλλω (to come n)
- προσέρχομαι (to come or go to)
- συνεξέρχομαι (to go or come out with)
- σύνειμι (들어오다, 참여하다)
- ἀφικνέομαι (오다, 되다)
- ἵκω (도착하다, 도달하다)
- ἀγρέω (오다, 되다, 어마어마하게 몰려오다)
- ἀμείβω (comes on)
- βάσκω (가다, 오다, 나아가다)
- βλώσκω (가다, 오다, 나아가다)
- ἔξειμι (나가다, 나오다, 사귀다)
- ἐξέρχομαι (나가다, 나오다, 사귀다)
- ἐξικνέομαι (도착하다, 도달하다)
- εἰσαφικάνω (도착하다, 도달하다)
- ἐκπεράω (to go or come out of)
- ἐκπίπτω (나오다, 나다)
- ἑρπύζω (가다, 오다, 나아가다)
- ἕρπω ( I go or come)
- ἔρχομαι (오다, 가다)
- ἱκνέομαι (오다, 되다)
-
만나다