헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

τύφω

비축약 동사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: τύφω

형태분석: τύφ (어간) + ω (인칭어미)

  1. 뿜다, 피우다, 연기를 뿜다
  2. 채우다, 만족시키다, 차다
  1. to raise a smoke, to smoke
  2. to smoke out
  3. to fill, with smoke
  4. to consume in smoke, to burn slowly, to smoulder, smouldering, concealed

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 τύφω

(나는) 뿜는다

τύφεις

(너는) 뿜는다

τύφει

(그는) 뿜는다

쌍수 τύφετον

(너희 둘은) 뿜는다

τύφετον

(그 둘은) 뿜는다

복수 τύφομεν

(우리는) 뿜는다

τύφετε

(너희는) 뿜는다

τύφουσιν*

(그들은) 뿜는다

접속법단수 τύφω

(나는) 뿜자

τύφῃς

(너는) 뿜자

τύφῃ

(그는) 뿜자

쌍수 τύφητον

(너희 둘은) 뿜자

τύφητον

(그 둘은) 뿜자

복수 τύφωμεν

(우리는) 뿜자

τύφητε

(너희는) 뿜자

τύφωσιν*

(그들은) 뿜자

기원법단수 τύφοιμι

(나는) 뿜기를 (바라다)

τύφοις

(너는) 뿜기를 (바라다)

τύφοι

(그는) 뿜기를 (바라다)

쌍수 τύφοιτον

(너희 둘은) 뿜기를 (바라다)

τυφοίτην

(그 둘은) 뿜기를 (바라다)

복수 τύφοιμεν

(우리는) 뿜기를 (바라다)

τύφοιτε

(너희는) 뿜기를 (바라다)

τύφοιεν

(그들은) 뿜기를 (바라다)

명령법단수 τύφε

(너는) 뿜어라

τυφέτω

(그는) 뿜어라

쌍수 τύφετον

(너희 둘은) 뿜어라

τυφέτων

(그 둘은) 뿜어라

복수 τύφετε

(너희는) 뿜어라

τυφόντων, τυφέτωσαν

(그들은) 뿜어라

부정사 τύφειν

뿜는 것

분사 남성여성중성
τυφων

τυφοντος

τυφουσα

τυφουσης

τυφον

τυφοντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 τύφομαι

(나는) 뿜긴다

τύφει, τύφῃ

(너는) 뿜긴다

τύφεται

(그는) 뿜긴다

쌍수 τύφεσθον

(너희 둘은) 뿜긴다

τύφεσθον

(그 둘은) 뿜긴다

복수 τυφόμεθα

(우리는) 뿜긴다

τύφεσθε

(너희는) 뿜긴다

τύφονται

(그들은) 뿜긴다

접속법단수 τύφωμαι

(나는) 뿜기자

τύφῃ

(너는) 뿜기자

τύφηται

(그는) 뿜기자

쌍수 τύφησθον

(너희 둘은) 뿜기자

τύφησθον

(그 둘은) 뿜기자

복수 τυφώμεθα

(우리는) 뿜기자

τύφησθε

(너희는) 뿜기자

τύφωνται

(그들은) 뿜기자

기원법단수 τυφοίμην

(나는) 뿜기기를 (바라다)

τύφοιο

(너는) 뿜기기를 (바라다)

τύφοιτο

(그는) 뿜기기를 (바라다)

쌍수 τύφοισθον

(너희 둘은) 뿜기기를 (바라다)

τυφοίσθην

(그 둘은) 뿜기기를 (바라다)

복수 τυφοίμεθα

(우리는) 뿜기기를 (바라다)

τύφοισθε

(너희는) 뿜기기를 (바라다)

τύφοιντο

(그들은) 뿜기기를 (바라다)

명령법단수 τύφου

(너는) 뿜겨라

τυφέσθω

(그는) 뿜겨라

쌍수 τύφεσθον

(너희 둘은) 뿜겨라

τυφέσθων

(그 둘은) 뿜겨라

복수 τύφεσθε

(너희는) 뿜겨라

τυφέσθων, τυφέσθωσαν

(그들은) 뿜겨라

부정사 τύφεσθαι

뿜기는 것

분사 남성여성중성
τυφομενος

τυφομενου

τυφομενη

τυφομενης

τυφομενον

τυφομενου

미완료(Imperfect) 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 έ̓τυφον

(나는) 뿜고 있었다

έ̓τυφες

(너는) 뿜고 있었다

έ̓τυφεν*

(그는) 뿜고 있었다

쌍수 ἐτύφετον

(너희 둘은) 뿜고 있었다

ἐτυφέτην

(그 둘은) 뿜고 있었다

복수 ἐτύφομεν

(우리는) 뿜고 있었다

ἐτύφετε

(너희는) 뿜고 있었다

έ̓τυφον

(그들은) 뿜고 있었다

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐτυφόμην

(나는) 뿜기고 있었다

ἐτύφου

(너는) 뿜기고 있었다

ἐτύφετο

(그는) 뿜기고 있었다

쌍수 ἐτύφεσθον

(너희 둘은) 뿜기고 있었다

ἐτυφέσθην

(그 둘은) 뿜기고 있었다

복수 ἐτυφόμεθα

(우리는) 뿜기고 있었다

ἐτύφεσθε

(너희는) 뿜기고 있었다

ἐτύφοντο

(그들은) 뿜기고 있었다

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • καὶ ὑπεροψίασ μέν γε καὶ τύφου καὶ τοῦ πρὸσ τοὺσ ἐντυγχάνοντασ φρυάγματοσ οὐδὲ κατ’ ἀξίαν δύναιο ἂν παρ’ αὐτοῦ λαβεῖν τὴν δίκην ῥᾷον γοῦν τὸν ἥλιον ἄν τισ ἢ τοῦτον ἀσκαρδαμυκτὶ προσέβλεψεν. (Lucian, Cataplus, (no name) 26:6)

    (루키아노스, Cataplus, (no name) 26:6)

  • πρῶτον τοίνυν ἴδοι τισ ἂν τὸν μὲν παράσιτον ἀεὶ δόξησ καταφρονοῦντα καὶ οὐδὲν αὐτῷ μέλον ὅ τι ἂν οἱ ἄνθρωποι οἰώνται περὶ αὐτοῦ, ῥήτορασ δὲ καὶ φιλοσόφουσ εὑρ́οι τισ ἂν οὐ τινάσ, ἀλλὰ πάντασ ὑπὸ τύφου καὶ δόξησ τριβέντασ, καὶ οὐ δόξησ μόνον, ἀλλὰ καὶ ὃ τούτου αἴσχιόν ἐστιν, ὑπ’ ἀργυρίου. (Lucian, De parasito sive artem esse parasiticam, (no name) 52:2)

    (루키아노스, De parasito sive artem esse parasiticam, (no name) 52:2)

  • Ἐπ’ ἐκείνῳ μέντοι καὶ πάνυ πολλήν σοι εἰδέναι τὴν χάριν ὁμολογῶ ἐμοῦ γὰρ ἐπαινέσαντοσ τὸ μέτριον τοῦ σοῦ τρόπου καὶ ὅτι μηδὲν ὑπερπετὲσ μηδὲ τύφου μεστὸν ἐνεποίησέ σοι ὁ παρὼν ὄγκοσ τῶν πραγμάτων, σὺ τὰ τοιαῦτα αἰτιασαμένη τοῦ λόγου ἐπιστώσω τοῦ ἐπαίνου τὴν ἀλήθειαν τὸ γὰρ μὴ προαρπάζειν τὰ τοιαῦτα τῶν ἐγκωμίων, ἀλλ’ αἰδεῖσθαι ἐπ’ αὐτοῖσ καὶ μείζω ἢ κατὰ σὲ εἶναι λέγειν, μετρίασ καὶ δημοτικῆσ τινοσ διανοίασ δεῖγμά ἐστιν. (Lucian, Pro imaginibus, (no name) 17:7)

    (루키아노스, Pro imaginibus, (no name) 17:7)

  • "οὗτοι δέ, κἂν γράφωσι, γράφουσι περὶ πολιτείασ ἵνα μὴ πολιτευώμεθα, καὶ περὶ ῥητορικῆσ ἵνα μὴ ῥητορεύωμεν, καὶ περὶ βασιλείασ ἵνα φεύγωμεν τὸ συμβιοῦν βασιλεῦσι τοὺσ δὲ πολιτικοὺσ ἄνδρασ ἐπὶ γέλωτι καὶ καταλύσει τῆσ δόξησ ὀνομάζουσιν, ὡσ τὸν Ἐπαμεινώνδαν ἐσχηκέναι τι λέγοντεσ ἀγαθὸν καὶ τοῦτο δὲ μικκόν, οὑτωσὶ τῷ ῥήματι φράζοντεσ, αὐτὸν δὲ σιδηροῦν σπλάγχνον ἀποκαλοῦντεσ καὶ πυνθανόμενοι τί παθὼν ἐβάδιζε διὰ τῆσ Πελοποννήσου μέσησ καὶ οὐ πιλίδιον ἔχων οἴκοι καθῆτο δηλαδὴ περὶ τὴν τῆσ γαστρὸσ ἐπιμέλειαν ὅλοσ καθεστώσ ἃ δὲ Μητρόδωροσ ἐν τῷ περὶ Φιλοσοφίασ ἐξορχούμενοσ πολιτείαν γέγραφεν οὐκ ᾤμην δεῖν παρεῖναι λέγει δέ, ὅτι τῶν σοφῶν τινεσ ὑπὸ δαψιλείασ τύφου οὕτω καλῶσ συνεῖδον τοὔργον αὐτῆσ, ὥστ’ οἴχονται φερόμενοι πρὸσ τὰσ αὐτὰσ Λυκούργῳ καὶ Σόλωνι ἐπιθυμίασ κατὰ τοὺσ περὶ βίων λόγουσ καὶ ἀρετῆσ. (Plutarch, Adversus Colotem, section 337)

    (플루타르코스, Adversus Colotem, section 337)

  • τῦφοσ οὖν ἦν καὶ δαψίλεια τύφου τὸ ἐλευθέρασ εἶναι τὰσ Ἀθήνασ καὶ τήν Σπάρτην εὐνομεῖσθαι καὶ τοὺσ νέουσ μὴ θρασύνεσθαι, μηδ’ ἐξ ἑταιρῶν παιδοποιεῖσθαι μηδὲ πλοῦτον καὶ τρυφὴν καὶ ἀσέλγειαν ἄρχειν ἀλλὰ νόμον καὶ δικαιοσύνην ἐν ταῖσ πόλεσιν αὗται γὰρ ἦσαν ἐπιθυμίαι Σόλωνοσ. (Plutarch, Adversus Colotem, section 338)

    (플루타르코스, Adversus Colotem, section 338)

유의어

  1. 뿜다

  2. to smoke out

  3. 채우다

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION