- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

τριήραρχος?

2군 변화 명사; 남성 로마알파벳 전사: triērarchos 고전 발음: [리에:라] 신약 발음: [리에라]

기본형: τριήραρχος

  1. the captain of a trireme
  2. a trierarch, who had to fit out a trireme for the public service

예문

  • ἦν δὲ δὴ καὶ Πέρσης αὐτῷ τριήραρχος, Βαγώας ὁ Φαρνούχεω. (Arrian, Indica, chapter 18 8:2)

    (아리아노스, Indica, chapter 18 8:2)

  • ἐναντιουμένου δ αὐτῷ μάλιστα τῶν πολιτῶν Ἀρχιτέλους, ὃς ἦν μὲν ἐπὶ τῆς ἱερᾶς νεὼς τριήραρχος, οὐκ ἔχων δὲ χρήματα τοῖς ναύταις χορηγεῖν ἔσπευδεν ἀποπλεῦσαι, παρώξυνεν ἔτι μᾶλλον ὁ Θεμιστοκλῆς τοὺς τριηρίτας ἐπ αὐτόν, ὥστε τὸ δεῖπνον ἁρπάσαι συνδραμόντας. (Plutarch, , chapter 7 5:2)

    (플루타르코스, , chapter 7 5:2)

  • Ἐφιάλτῃ τριήραρχός τε αἱρεθείς, ὅτε Βυζάντιον ἐπολιόρκει Φίλιππος, βοηθὸς Βυζαντίοις ἐκπεμφθείς, κατὰ τὸν. (Plutarch, Vitae decem oratorum, , section 1 3:1)

    (플루타르코스, Vitae decem oratorum, , section 1 3:1)

  • ὡς δὲ ταῦτα ἀληθῆ λέγω, τούτων ὑμῖν μάρτυρας παρέξομαι τό τε ψήφισμα καὶ τὸν νόμον, ἔπειτα τὴν ἀρχὴν αὐτὴν τὴν παραδοῦσαν καὶ εἰσαγαγοῦσαν εἰς τὸ δικαστήριον, εἶτα τοὺς ἐκ τῆς συμμορίας, ἧς ἦν ἐπιμελητὴς καὶ τριήραρχος. (Demosthenes, Speeches 41-50, 31:1)

    (데모스테네스, Speeches 41-50, 31:1)

  • ἀντιλέγοντος δὲ τοῦ Καλλίππου καὶ κελεύοντος πλεῖν εἰς τὴν Μακεδονίαν, οἷ προσέταξεν ὁ στρατηγός, ἀποκρίνεται αὐτῷ Ποσείδιππος ὁ κυβερνήτης ὅτι τριήραρχός τε ἐγὼ τῆς νεὼς εἰήν καὶ ὑπεύθυνος, καὶ τὸν μισθὸν παρ ἐμοῦ λαμβάνοι: (Demosthenes, Speeches 41-50, 60:2)

    (데모스테네스, Speeches 41-50, 60:2)

유의어

  1. a trierarch

관련어

명사

형용사

동사

부사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION