σύνταξις
Third declension Noun; Feminine
자동번역
Transliteration:
Principal Part:
σύνταξις
συντάξεως
Structure:
συνταξι
(Stem)
+
ς
(Ending)
Sense
- an arranging, putting in order
- array, arrangement, organization, system, order
- composition, treatise
- (grammar) syntax
- body of troops, contingent
- company, troupe
- covenant, previous arrangement
- tribute, levy
- subvention, pension
Declension
Third declension
The inflection forms above were generated by rules and some usages of them were not attested.
Due to a bug of system, some forms may display wrong accents.
- Καὶ αὕτη ἡ σύνταξισ τῆσ σκηνῆσ τοῦ μαρτυρίου, καθὰ συνετάγη Μωυσῇ τὴν λειτουργίαν εἶναι τῶν Λευιτῶν διὰ Ιθαμαρ τοῦ υἱοῦ Ααρων τοῦ ἱερέωσ. (Septuagint, Liber Exodus 37:19)
- καὶ ἡ σύνταξισ αὐτῷ ἐδίδοτο διὰ παντὸσ παρὰ τοῦ βασιλέωσ Βαβυλῶνοσ ἐξ ἡμέρασ εἰσ ἡμέραν ἕωσ ἡμέρασ, ἧσ ἀπέθανεν. (Septuagint, Liber Ieremiae 52:28)
- τὰ μέρη δ’ ἡμῶν χἠ σύνταξισ τοῦ βίου ἐστὶν κύαμοσ, θέρμοσ, λάχανον, γογγυλίσ, ὦχροσ, λάθυροσ, φηγόσ, βολβόσ, τέττιξ, ἐρέβινθοσ, ἀχράσ, τό τε θειοφανὲσ μητρῷον ἐμοὶ μελέδημ’ ἰσχάσ, Φρυγίασ εὑρήματα συκῆσ. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 2, book 2, chapter 44 2:3)
- σύνθεσίσ ἐστιν ἡ μὲν συνεχὴσ ἡ διὰ πλειόνων ἑξῆσ εἰρομένη, ὡσ τὸ νόσημα γάρ, ὦ ἄνδρεσ Ἀθηναῖοι, ἐμπέπτωκεν εἰσ τὴν Ἑλλάδα χαλεπόν, ἡ δὲ λελυμένη, τότε μὲν κεχυμένη, ὥσπερ τὸ ἔστω, γινέσθω ταῦτα, οὐδὲν ἀντιλέγω, ἡ δὲ κατὰ περίοδον, ἥτισ ἐστὶν σύνταξισ κώλων καὶ κομμάτων εἰσ διάνοιαν ἀπηρτισμένη φράσισ, ὥσπερ τὸ καὶ σπουδαῖα νομίζων, ὦ ἄνδρεσ Ἀθηναῖοι, καὶ ἀναγκαῖα τῇ πόλει πειράσομαι περὶ αὐτῶν εἰπεῖν ἃ νομίζω συμφέρειν. (Aristides, Aelius, Ars Rhetorica, , 2:1)
- πάνυ δὲ τοῦτο καινοπρεπὲσ καὶ ἰδία τισ σύνταξισ τὰ Λύκαια ἔθυσε. (Aristides, Aelius, Ars Rhetorica, , chapter 13 22:16)
Synonyms
-
an arranging
- τάξις (arrangement, ordering)
- ῥυθμός (proportion, arrangement, order)
- κατάταξις (ordering, arranging; classification)
- σύνταγμα (that which is put together in order)
- κόσμησις (an ordering, disposition, arrangement)
-
composition
-
body of troops
-
tribute