σύνεδρος
2군 변화 명사; 남/여성
자동번역
로마알파벳 전사:
고전 발음: []
신약 발음: []
기본형:
σύνεδρος
συνέδρου
형태분석:
συνεδρ
(어간)
+
ος
(어미)
뜻
- 조수, 도우미, 조력자, 보좌관
- 상원, 원로원
- (in form ξύνεδρος) one who sits with others, assessor, assistant
- (in the plural, in form ξύνεδρος) select commissioners
- (in the plural) delegates to an assembly
- (in the plural) council of elders, senate
곡용 정보
2군 변화
위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.
현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.
- ἐπιβεβηκότεσ ἐπὶ ὄνου θηλείασ μεσημβρίασ, καθήμενοι ἐπὶ κριτηρίου καὶ πορευόμενοι ἐπὶ ὁδοὺσ συνέδρων ἐφ̓ ὁδῷ, (Septuagint, Liber Iudicum 5:10)
(70인역 성경, 판관기 5:10)
- Προκαθίσασ γέ τοι μετὰ τῶν συνέδρων ὁ τύραννοσ Ἀντίοχοσ ἐπί τινοσ ὑψηλοῦ τόπου καὶ τῶν στρατευμάτων αὐτῷ ἐνόπλων κυκλόθεν παρεστηκότων, παρεκέλευε τοῖσ δορυφόροις (Septuagint, Liber Maccabees IV 5:1)
(70인역 성경, Liber Maccabees IV 5:1)
- ὁ δὲ Λύσανδροσ, ἐπεὶ τῶν τρισχιλίων Ἀθηναίων, οὓσ ἔλαβεν αἰχμαλώτουσ, ὑπὸ τῶν συνέδρων θάνατοσ κατέγνωστο, καλέσασ Φιλοκλέα τὸν στρατηγὸν αὐτῶν ἠρώτησεν τίνα τιμᾶται δίκην ἑαυτῷ τοιαῦτα περὶ Ἑλλήνων συμβεβουλευκὼσ λευκὼσ τοῖσ πολίταισ. (Plutarch, , chapter 13 1:1)
(플루타르코스, , chapter 13 1:1)
- θαυμαστὸν μὲν ἦν καὶ τοῦτ’, ὦ βουλή, εἰ ταύτην ἔχοντεσ ἄνθρωποι τὴν ἡλικίαν ἔχουσιν, οἱ πρὸ ἐμοῦ γνώμην ἀποφηνάμενοι καὶ πρωτεύειν ἀξιοῦντεσ τῶν συνέδρων, τὴν ἐκ τῶν πολιτικῶν προσκρουσμάτων ἀπέχθειαν ἀδιάλλακτον πρὸσ τοὺσ προεστηκότασ τῆσ πόλεωσ, οὓσ ἐχρῆν% οἱο͂́ν τε δεῖ φυλάττειν, καὶ τοῖσ νέοισ παραινεῖν ἀπὸ τοῦ κρατίστου ποιεῖσθαι τοὺσ ὑπὲρ τῶν καλῶν ἀγῶνασ, καὶ μὴ πολεμίουσ, ἀλλὰ φίλουσ ἡγεῖσθαι τοὺσ περὶ τῶν κοινῶν ἀγαθῶν ἀντιπάλουσ. (Dionysius of Halicarnassus, Antiquitates Romanae, Books X-XX, book 11, chapter 16 3:2)
(디오니시오스, Antiquitates Romanae, Books X-XX, book 11, chapter 16 3:2)
- ἦν γάρ τι καὶ κατεπτηχὸσ τὴν ἐξουσίαν οὐκ ἐλάχιστον μέροσ ἐκ τῶν συνέδρων. (Dionysius of Halicarnassus, Antiquitates Romanae, Books X-XX, book 11, chapter 18 7:3)
(디오니시오스, Antiquitates Romanae, Books X-XX, book 11, chapter 18 7:3)
유의어
-
delegates to an assembly
-
상원