헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

σύγχυσις

3군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: σύγχυσις

형태분석: συγχυσι (어간) + ς (어미)

어원: sugxe/w

  1. 혼합, 비빔
  2. 혼동, 혼란
  3. 난, 반란, 추락
  1. a mixing
  2. confounding
  3. disturbing
  4. overthrow, revolt

곡용 정보

3군 변화
단수 쌍수 복수
주격 σύγχυσις

혼합이

συγχύσει

혼합들이

συγχύσεις

혼합들이

속격 συγχύσεως

혼합의

συγχύσοιν

혼합들의

συγχύσεων

혼합들의

여격 συγχύσει

혼합에게

συγχύσοιν

혼합들에게

συγχύσεσιν*

혼합들에게

대격 σύγχυσιν

혼합을

συγχύσει

혼합들을

συγχύσεις

혼합들을

호격 σύγχυσι

혼합아

συγχύσει

혼합들아

συγχύσεις

혼합들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ὡσ εἴθε καὶ τῶν ἄλλων ἀνεκόπησαν τότε αἱ τόλμαι εὐθὺσ ἀρξαμένων παρανομεῖν, καὶ οὐκ ἂν ἐπολέμει μέχρι νῦν τὸ Λάμβδα τῷ Ῥῶ διαμφισβητοῦν περὶ τῆσ κισήρεωσ καὶ κεφαλαργίασ, οὔτε τὸ Γάμμα τῷ Κάππα διηγωνίζετο καὶ ἐσ χεῖρασ μικροῦ δεῖν ἤρχετο πολλάκισ ἐν τῷ γναφείῳ ὑπὲρ γναφάλλων, ἐπέπαυτο δ’ ἂν καὶ πρὸσ τὸ Λάμβδα μαχόμενον, τὸ μόγισ ἀφαιρούμενον αὐτοῦ καὶ μάλιστα παρακλέπτον, καὶ τὰ λοιπὰ δ’ ἂν ἠρέμει συγχύσεωσ ἄρχεσθαι παρανόμου· (Lucian, Judicium vocalium, (no name) 4:1)

    (루키아노스, Judicium vocalium, (no name) 4:1)

  • "εἰ δὲ δὴ καὶ ὡσ ἔνι μάλιστα διήμαρτε τούτοισ ὁ Πλάτων, ὀνομάτων ὤφειλε συγχύσεωσ εὐθύνασ ὑπέχειν τοῖσ ἀκριβέστερον ἑλληνίζουσι τούτοισ καὶ καθαρώτερον διαλεγομένοισ, οὐχ ὡσ ἀναιρῶν τὰ πράγματα καὶ τοῦ ζῆν ἐξάγων ἡμᾶσ αἰτίαν ἔχειν, ὅτι τὰ γιγνόμενα οὐκ ὄντα, καθάπερ οὗτοι, προσηγόρευσεν. (Plutarch, Adversus Colotem, section 165)

    (플루타르코스, Adversus Colotem, section 165)

  • τοιαύτησ δὲ συγχύσεωσ ἐπεχούσησ τὰ πλήθη ἧκεν ὁ Εὐμενὴσ καὶ τὴν ἐπιστολὴν ἀναγνοὺσ παρεκάλεσε τοὺσ Μακεδόνασ πράττειν τὰ τοῖσ βασιλεῦσι δεδογμένα, τῷ δὲ ἀποστάτῃ γεγονότι μὴ προσέχειν. (Diodorus Siculus, Bibliotheca Historica, Books XVIII-XX, book 18, chapter 63 4:1)

    (디오도로스 시켈로스, Bibliotheca Historica, Books XVIII-XX, book 18, chapter 63 4:1)

  • τοιαύτησ δὲ συγχύσεωσ τὴν πόλιν ἐχούσησ κατέπλευσαν οἱ πεμφθέντεσ ὑπὸ τοῦ ναυάρχου καὶ τὰσ αἰτίασ τῶν πεπραγμένων ἐδήλωσαν. (Diodorus Siculus, Bibliotheca Historica, Books XVIII-XX, book 20, chapter 9 5:2)

    (디오도로스 시켈로스, Bibliotheca Historica, Books XVIII-XX, book 20, chapter 9 5:2)

  • καίτοι τοσαύτησ μεταβολῆσ καθ’ ὃν εἴρηκα καιρὸν γενομένησ καὶ περὶ πάντα συγχύσεωσ, τά γε δοθέντα ὑπῆρχε βεβαίωσ ἔχειν τοῖσ προειληφόσι, καὶ οὐδεὶσ ἐτόλμησεν εἰσπράττειν τοὺσ ἤδη τι κεκομισμένουσ. (Dio, Chrysostom, Orationes, 89:5)

    (디오, 크리소토모스, 연설, 89:5)

  • πότερα τῆσ πρὸσ τὴν πόλιν εὐνοίασ ἢ τῶν πρὸσ τοὺσ τυράννουσ διαλλαγῶν, καὶ πότερα τῆσ ἐμπεδώσεωσ τῶν ὁρ́κων, οὓσ ἀφ’ ἡμῶν ἀρξάμενοι πάντεσ ὠμόσατε, ἢ τῆσ συγχύσεώσ τε καὶ ἐπιορκίασ; (Dionysius of Halicarnassus, Antiquitates Romanae, Books IV-VI, book 5, chapter 10 7:4)

    (디오니시오스, Antiquitates Romanae, Books IV-VI, book 5, chapter 10 7:4)

유의어

  1. 혼합

  2. disturbing

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION