고전 발음: [] 신약 발음: []
Principal Part: συγκλητικός συγκλητική συγκλητικόν
Structure: συγκλητικ (Stem) + ος (Ending)
| Masculine | Feminine | Neuter | ||
|---|---|---|---|---|
| Singular | Nominative | συγκλητικός | συγκλητική | συγκλητικόν |
| Genitive | συγκλητικοῦ | συγκλητικῆς | συγκλητικοῦ | |
| Dative | συγκλητικῷ | συγκλητικῇ | συγκλητικῷ | |
| Accusative | συγκλητικόν | συγκλητικήν | συγκλητικόν | |
| Vocative | συγκλητικέ | συγκλητική | συγκλητικόν | |
| Dual | N/A/V | συγκλητικώ | συγκλητικᾱ́ | συγκλητικώ |
| G/D | συγκλητικοῖν | συγκλητικαῖν | συγκλητικοῖν | |
| Plural | Nominative | συγκλητικοί | συγκλητικαί | συγκλητικά |
| Genitive | συγκλητικῶν | συγκλητικῶν | συγκλητικῶν | |
| Dative | συγκλητικοῖς | συγκλητικαῖς | συγκλητικοῖς | |
| Accusative | συγκλητικούς | συγκλητικᾱ́ς | συγκλητικά | |
| Vocative | συγκλητικοί | συγκλητικαί | συγκλητικά | |
| Positive | Comparative | Superlative | |
|---|---|---|---|
| Adjective | συγκλητικός συγκλητικοῦ | συγκλητικότερος συγκλητικοτεροῦ | συγκλητικότατος συγκλητικοτατοῦ |
| Adverb | συγκλητικώς | συγκλητικότερον | συγκλητικότατα |
The inflection forms above were generated by rules and some usages of them were not attested.
Due to a bug of system, some forms may display wrong accents.
Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.
Find this word at Perseus Greek Word Study Tool고전 발음: [] 신약 발음: []

이 저작물은 크리에이티브 커먼즈 저작자표시-비영리 4.0 국제 라이선스에 따라 이용할 수 있습니다.
bab2min@gmail.com
호흡부호 보기
강세부호 보기
장단부호 보기
작은 Iota 보기
모든 부호 보기