고전 발음: [] 신약 발음: []
기본형: συγκλητικός συγκλητική συγκλητικόν
형태분석: συγκλητικ (어간) + ος (어미)
남성 | 여성 | 중성 | ||
---|---|---|---|---|
단수 | 주격 | συγκλητικός (이)가 | συγκλητική (이)가 | συγκλητικόν (것)가 |
속격 | συγκλητικοῦ (이)의 | συγκλητικῆς (이)의 | συγκλητικοῦ (것)의 | |
여격 | συγκλητικῷ (이)에게 | συγκλητικῇ (이)에게 | συγκλητικῷ (것)에게 | |
대격 | συγκλητικόν (이)를 | συγκλητικήν (이)를 | συγκλητικόν (것)를 | |
호격 | συγκλητικέ (이)야 | συγκλητική (이)야 | συγκλητικόν (것)야 | |
쌍수 | 주/대/호 | συγκλητικώ (이)들이 | συγκλητικᾱ́ (이)들이 | συγκλητικώ (것)들이 |
속/여 | συγκλητικοῖν (이)들의 | συγκλητικαῖν (이)들의 | συγκλητικοῖν (것)들의 | |
복수 | 주격 | συγκλητικοί (이)들이 | συγκλητικαί (이)들이 | συγκλητικά (것)들이 |
속격 | συγκλητικῶν (이)들의 | συγκλητικῶν (이)들의 | συγκλητικῶν (것)들의 | |
여격 | συγκλητικοῖς (이)들에게 | συγκλητικαῖς (이)들에게 | συγκλητικοῖς (것)들에게 | |
대격 | συγκλητικούς (이)들을 | συγκλητικᾱ́ς (이)들을 | συγκλητικά (것)들을 | |
호격 | συγκλητικοί (이)들아 | συγκλητικαί (이)들아 | συγκλητικά (것)들아 |
원급 | 비교급 | 최상급 | |
---|---|---|---|
형용사 |
συγκλητικός συγκλητικοῦ (이)의 |
συγκλητικότερος συγκλητικοτεροῦ 더 (이)의 |
συγκλητικότατος συγκλητικοτατοῦ 가장 (이)의 |
부사 | συγκλητικώς | συγκλητικότερον | συγκλητικότατα |
위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.
현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.
(플루타르코스, Caius Gracchus, chapter 14 4:1)
(플루타르코스, Aemilius Paulus, chapter 38 6:1)
(플루타르코스, Caius Marius, chapter 29 4:1)
(플루타르코스, Caesar, chapter 21 2:1)
(플루타르코스, Cato the Younger, chapter 62 3:1)
출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.
이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기고전 발음: [] 신약 발음: []
호흡부호 보기
강세부호 보기
장단부호 보기
작은 Iota 보기
모든 부호 보기