헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

στιβαρός

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: στιβαρός στιβαρή στιβαρόν

형태분석: στιβαρ (어간) + ος (어미)

어원: stei/bw

  1. 강한, 강력한, 튼튼한, 진한, 힘센
  1. compact, strong, stout, sturdy

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 στιβαρός

강한 (이)가

στιβαρᾱ́

강한 (이)가

στιβαρόν

강한 (것)가

속격 στιβαροῦ

강한 (이)의

στιβαρᾶς

강한 (이)의

στιβαροῦ

강한 (것)의

여격 στιβαρῷ

강한 (이)에게

στιβαρᾷ

강한 (이)에게

στιβαρῷ

강한 (것)에게

대격 στιβαρόν

강한 (이)를

στιβαρᾱ́ν

강한 (이)를

στιβαρόν

강한 (것)를

호격 στιβαρέ

강한 (이)야

στιβαρᾱ́

강한 (이)야

στιβαρόν

강한 (것)야

쌍수주/대/호 στιβαρώ

강한 (이)들이

στιβαρᾱ́

강한 (이)들이

στιβαρώ

강한 (것)들이

속/여 στιβαροῖν

강한 (이)들의

στιβαραῖν

강한 (이)들의

στιβαροῖν

강한 (것)들의

복수주격 στιβαροί

강한 (이)들이

στιβαραί

강한 (이)들이

στιβαρά

강한 (것)들이

속격 στιβαρῶν

강한 (이)들의

στιβαρῶν

강한 (이)들의

στιβαρῶν

강한 (것)들의

여격 στιβαροῖς

강한 (이)들에게

στιβαραῖς

강한 (이)들에게

στιβαροῖς

강한 (것)들에게

대격 στιβαρούς

강한 (이)들을

στιβαρᾱ́ς

강한 (이)들을

στιβαρά

강한 (것)들을

호격 στιβαροί

강한 (이)들아

στιβαραί

강한 (이)들아

στιβαρά

강한 (것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • καλαὶ δὲ περισσείοντο ἔθειραι, κυάνεαι, φᾶροσ δὲ περὶ στιβαροῖσ ἔχεν ὤμοισ πορφύρεον· (Anonymous, Homeric Hymns, 2:2)

    (익명 저작, Homeric Hymns, 2:2)

  • φρίξεν δὲ περὶ στιβαροῖσ σακέεσσιν δούρασί τ’ ἀμφιγύοισ κορύθεσσί τε λαμπομένῃσιν Ἄρηοσ τέμενοσ φθισιμβρότου· (Apollodorus, Argonautica, book 3 21:57)

    (아폴로도로스, 아르고나우티카, book 3 21:57)

  • νηδὺν ἀναίσχυντον στιβαροῖσ ᾔσχυνα λογισμοῖσ, σωφροσύνῃ κολάσασ ἔντερον ἀργαλέον εἰ γὰρ ἔχω τὸν νοῦν ἐπικείμενον ὑψόθι γαστρόσ, πῶσ μὴ νικήσω τὴν ὑποτασσομένην; (Unknown, Greek Anthology, Volume III, book 9, chapter 1701)

    (작자 미상, Greek Anthology, Volume III, book 9, chapter 1701)

  • πρῶτον μὲν ξίφοσ ὀξὺ περὶ στιβαροῖσ βάλετ’ ὤμοισ, ἀμφὶ δὲ χλαῖναν ἑέσσατ’ ἀλεξάνεμον, μάλα πυκνήν, ἂν δὲ νάκην ἕλετ’ αἰγὸσ ἐϋτρεφέοσ μεγάλοιο, εἵλετο δ’ ὀξὺν ἄκοντα, κυνῶν ἀλκτῆρα καὶ ἀνδρῶν. (Homer, Odyssey, Book 14 48:4)

    (호메로스, 오디세이아, Book 14 48:4)

  • τὸν δ’ ὡσ οὖν ἐνόησεν Ὀδυσσῆοσ φίλοσ υἱόσ, σπερχόμενόσ ῥα χιτῶνα περὶ χροὶ̈ σιγαλόεντα δῦνεν, καὶ μέγα φᾶροσ ἐπὶ στιβαροῖσ βάλετ’ ὤμοισ ἡρ́ωσ, βῆ δὲ θύραζε, παριστάμενοσ δὲ προσηύδα Τηλέμαχοσ, φίλοσ υἱὸσ Ὀδυσσῆοσ θείοιο· (Homer, Odyssey, Book 15 7:3)

    (호메로스, 오디세이아, Book 15 7:3)

유의어

  1. 강한

관련어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION