- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

σκηπτοῦχος?

형용사; 로마알파벳 전사: skēptouchos 고전 발음: [껩:뚜:코] 신약 발음: [뚜코]

기본형: σκηπτοῦχος

  1. bearing a staff or sceptre, sceptred
  2. a wand-bearer

예문

  • καλὸν μὲν ὦν θέημα τοιαύτη γυνὴ ἄλλοισι, τῷ δ ἔχοντι γίγνεται κακόν ἢν μή τις ἢ τύραννος ἢ σκηπτοῦχος ᾖ, ὅστις τοιούτοις θυμὸν ἀγλαϊ´ζεται. (Unknown, Elegy and Iambus, Volume II, , 68)

    (작자 미상, 비가, , 68)

  • εἰς τὴν πόλιν τῶν Μύρων τῆς Λυκίας Καλλιχόρου τόδε τεῖχος ἀνηέξησε πόληος Μαρκιανὸς σκηπτοῦχος, ὑπ ἐννεσίῃσιν ὑπάρχου Παλλαδίου, θεσμοῖς τε περίφρονος Ἀρτεμεῶνος: (Unknown, Greek Anthology, Volume V, book 15, chapter 21)

    (작자 미상, Greek Anthology, Volume V, book 15, chapter 21)

  • τοῦτο δὲ πᾶσιν ἔδειξεν ἐμὸς σκηπτοῦχος ἀμύμων, δῃώσας σακέεσσιν Ἰσαυρίδος ἔθνεα γαίης. (Unknown, Greek Anthology, book 2, chapter 1 81:1)

    (작자 미상, Greek Anthology, book 2, chapter 1 81:1)

  • μή τις ἔτι πρόφρων ἀγανὸς καὶ ἤπιος ἔστω σκηπτοῦχος βασιλεύς, μηδὲ φρεσὶν αἴσιμα εἰδώς, ἀλλ αἰεὶ χαλεπός τ εἰή καὶ αἴσυλα ῥέζοι: (Homer, Odyssey, Book 2 20:2)

    (호메로스, 오디세이아, Book 2 20:2)

  • "Ζεῦ πάτερ ἠδ ἄλλοι μάκαρες θεοὶ αἰὲν ἐόντες, μή τις ἔτι πρόφρων ἀγανὸς καὶ ἤπιος ἔστω σκηπτοῦχος βασιλεύς, μηδὲ φρεσὶν αἴσιμα εἰδώς, ἀλλ αἰεὶ χαλεπός τ εἰή καὶ αἴσυλα ῥέζοι: (Homer, Odyssey, Book 5 2:1)

    (호메로스, 오디세이아, Book 5 2:1)

유의어

  1. bearing a staff or sceptre

  2. a wand-bearer

관련어

명사

형용사

동사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION