- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

θρέμμα?

3군 변화 명사; 중성 자동번역 로마알파벳 전사: thremma 고전 발음: [렘마] 신약 발음: [램마]

기본형: θρέμμα θρέμματος

형태분석: θρεμματ (어간)

어원: τρέφω

  1. 생물, 유아, 젖먹이
  2. 생물, 창조물
  1. a nursling, creature
  2. a creature

곡용 정보

3군 변화
단수 쌍수 복수
주격 θρέμμα

생물이

θρέμματε

생물들이

θρέμματα

생물들이

속격 θρέμματος

생물의

θρεμμάτοιν

생물들의

θρεμμάτων

생물들의

여격 θρέμματι

생물에게

θρεμμάτοιν

생물들에게

θρέμμασι(ν)

생물들에게

대격 θρέμμα

생물을

θρέμματε

생물들을

θρέμματα

생물들을

호격 θρέμμα

생물아

θρέμματε

생물들아

θρέμματα

생물들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • τὰς δ οὖν ποίμνας διηρπάσθαι ἤδη ὑπὸ τῶν γυναικῶν καὶ διεσπάσθαι ἔτι ζῶντα τὰ θρέμματα: (Lucian, (no name) 2:6)

    (루키아노스, (no name) 2:6)

  • Τοιαῦτα μέν ἐστιν ὑμῖν, ὦ θεοί, ταῦτα τὰ θρέμματα. (Lucian, Icaromenippus, (no name) 29:9)

    (루키아노스, Icaromenippus, (no name) 29:9)

  • ὦ χρυσοδαίδαλτον ἐμὸν μέλημα, Κύπριδος ἔρνος, μέλιττα Μούσης, Χαρίτων θρέμμα, Τρυφῆς πρόσωπον, ἄνοιξον ἀσπάζου με: (Aristophanes, Ecclesiazusae, Lyric-Scene, antistrophe 21)

    (아리스토파네스, Ecclesiazusae, Lyric-Scene, antistrophe 21)

  • στῶμεν, Χαλκίδος ἔκγονα θρέμματα, τὴν βασίλειαν δεξώμεθ ὄχων ἄπο μὴ σφαλερῶς ἐπὶ γαῖαν, ἀγανῶς δὲ χεροῖν μαλακῇ ῥώμῃ, μὴ ταρβήσῃ νεωστί μοι μολὸν κλεινὸν τέκνον Ἀγαμέμνονος, μηδὲ θόρυβον μηδ ἔκπληξιν ταῖς Ἀργείαις ξεῖναι ξείναις παρέχωμεν. (Euripides, Iphigenia in Aulis, episode, anapests1)

    (에우리피데스, Iphigenia in Aulis, episode, anapests1)

  • λέγεται δὲ πολλῆς οἰκειότητος αὐτοῖς καὶ συνηθείας ὑπαρχούσης πολλάκις σχολαζόντων εἰς παιδιὰν σφαίρας ἢ κύβων ἢ νὴ Δία θρεμμάτων ἁμίλλης, οἱο῀ν ὀρτύγων, ἀλεκτρυόνων, ἀεὶ νικώμενον Ἀντώνιον ἀπαλλάττεσθαι: (Plutarch, De fortuna Romanorum, section 7 2:2)

    (플루타르코스, De fortuna Romanorum, section 7 2:2)

  • Καρύστου θρέμμα, γηγενής, ζέων β. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 4, book 4, chapter 68 3:7)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 4, book 4, chapter 68 3:7)

  • νῦν δὲ σωφροσύνη μέν ἐστιν, οὗ τὸ παθητικὸν ὥσπερ εὐήνιον θρέμμα καὶ πρᾶον ὁ λογισμὸς ἡνιοχεῖ καὶ μεταχειρίζεται, περὶ τὰς ἐπιθυμίας χρώμενος ὑπείκοντι καὶ δεχομένῳ τὸ μέτριον καὶ τὸ εὔσχημον ἑκουσίως: (Plutarch, De virtute morali, section 6 10:1)

    (플루타르코스, De virtute morali, section 6 10:1)

  • νῦν δὲ σωφροσύνη μέν ἐστιν οὗ τὸ παθητικὸν ὥσπερ εὐήνιον θρέμμα καὶ πρᾶον ὁ λογισμὸς ἡνιοχεῖ καὶ μεταχειρίζεται, περὶ τὰς ἐπιθυμίας χρώμενος ὑπείκοντι καὶ δεχομένῳ τὸ μέτριον καὶ τὸ εὔσχημον ἑκουσίως: (Plutarch, De virtute morali, section 6 4:1)

    (플루타르코스, De virtute morali, section 6 4:1)

  • ὃν κεῖνοι καλέουσιν ἰωνίσκον λαβὲ δ αὐτὸν θρέμμα Σελινοῦντος σεμνοῦ, πλῦνον δέ νιν ὀρθῶς, εἶθ ὅλον ὀπτήσας παράθες, κἂν ᾖ δεκάπηχυς. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 7, book 7, chapter 136 2:1)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 7, book 7, chapter 136 2:1)

유의어

  1. 생물

  2. 생물

관련어

명사

형용사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION